Πριν από δύο χρόνια, στα κοινωνικά δίκτυα, χιλιάδες χρήστες ειρωνεύονταν τους «γκουρού» των επενδύσεων και της οικονομίας που προειδοποιούσαν για τους κινδύνους τοποθετήσεων στα κρυπτονομίσματα. Νεόκοποι δισεκατομμυριούχοι του οικοσυστήματος των cryptos έμπαιναν φουριόζοι στις λίστες των πλουσιότερων ανθρώπων του κόσμου και επιδείκνυαν με στόμφο τα super yachts τους, τις επαύλεις, τα Rolex και τις Lamborghini που αγόρασαν με τα κέρδη από τις επενδύσεις τους.
«Το δολάριο και το ευρώ έχουν τελειώσει. Οι τράπεζες θα καταργηθούν. Ηρθε η εποχή του Bitcoin και του ψηφιακού χρυσού. Οσοι είναι κορόιδα θα μείνουν πίσω να ελέγχονται από τις ρυθμιστικές αρχές», έλεγαν οι κρυπτο-ευαγγελιστές. Ιστορίες ανθρώπων που επένδυσαν νωρίς μερικές χιλιάδες ευρώ στο καινούριο αυτό προϊόν και βρέθηκαν σχεδόν εν μια νυκτί με εκατομμύρια ή δισεκατομμύρια έκαναν το παραμύθι να μοιάζει αληθινό.
Τα παραμύθια, ωστόσο, δεν έχουν πάντα καλό τέλος. Τα ανεμομαζώματα γίνονται διαβολοσκορπίσματα. Και στην περίπτωση των κρυπτονομισμάτων ο εφιάλτης ήρθε με τρόπο εμφατικό το 2022. Και ειρωνικό ταυτόχρονα, καθώς το μεγαλύτερο σε κεφαλαιοποίηση stablecoin, το TerraUSD, η ισοτιμία του οποίου ήταν συνδεδεμένη με το αμερικανικό δολάριο, κατέρρευσε μηδενίζοντας την αξία του και κάνοντας σκόνη ό,τι είχε τοποθετηθεί επάνω του.
Μαζί του κατέρρευσαν και τα υπόλοιπα stablecoins και άρχισε ένα τρομακτικό ντόμινο. Γιγαντιαία funds και εταιρείες του οικοσυστήματος, όπως οι Three Arrows Capital, Voyager Digital, Celsius, χρεοκόπησαν. Το κοινό, οι επενδυτές και κυρίως οι retail, μέσα σε πανικό, άρχισαν να αποσύρουν τις επενδύσεις τους. Να ρευστοποιούν δηλαδή τις επενδύσεις τους σε κρυπτονομίσματα.
Οι ισχυροί του χώρου έλεγαν ότι απλώς πρόκειται για έναν φυσιολογικό κύκλο διόρθωσης της αγοράς που ονομάζεται «κρυπτοχειμώνας» και θα περάσει – και ότι δεν χρειάζεται πανικός. Τα ανταλλακτήρια και οι εταιρείες διαχείρισης των χρημάτων των επενδυτών αναγκάζονταν να κάνουν «cool down», να σταματούν δηλαδή την εξαργύρωση των επενδύσεων. Τα καμπανάκια έγιναν καμπάνες. Και άρχισαν οι ακόμα μεγαλύτερες χρεοκοπίες, όπως αυτή της Alameda Research και του μεγαλύτερου ανταλλακτηρίου κρυπτονομισμάτων του πλανήτη, του FTX.
Και κάπως έτσι, με το 90% των retail επενδυτών να βρίσκονται «κάτω από το νερό» (δηλαδή οι επενδύσεις τους να αξίζουν λιγότερα χρήματα απ’ όσα είχαν τοποθετήσει), άρχισαν να βγαίνουν στην επιφάνεια δραματικές ιστορίες ανθρώπων που θαμπώθηκαν από τη ζωή των κρυπτοδισεκατομμυριούχων και τις υποσχέσεις για γρήγορο πλουτισμό και πούλησαν τα πάντα ή δανείστηκαν, για να επενδύσουν σε cryptos και να χάσουν.
Την κατάσταση προσπάθησαν να αναστρέψουν αυτοί που είχαν μπει στις λίστες των πλουσιότερων ανθρώπων του κόσμου λόγω της ενασχόλησής τους με τα κρυπτονομίσματα. Οχι, όμως, για πολύ. Γρήγορα, όπως στη Σταχτοπούτα, οι Lamborghini μετατράπηκαν σε κολοκύθες, τα γιοτ σε στοιχειωμένα σκαριά στα ναυπηγεία, οι επαύλεις σε φυλακές. Γοβάκι δεν υπήρχε.
Κάποιοι χρεοκόπησαν, κάποιοι διέφυγαν καταζητούμενοι από τις Αρχές για απάτη, κάποιοι βρέθηκαν στη φυλακή. Και τα δισεκατομμύρια είχαν γίνει καπνός. Στις εβδομάδες κορύφωσης της κρίσης των κρυπτονομισμάτων μόνο οι επτά ισχυρότεροι επιχειρηματίες του χώρου έχασαν 144 δισ. δολάρια…
Σαμ Μπάνκμαν-Φριντ / FTX, Alameda Research: Εχασε 24 δισ. δολάρια σε μία εβδομάδα
Ο 31χρονος «σύγχρονος JP Morgan», ιδιοκτήτης κολοσσιαίου ανταλλακτηρίου κρυπτονομισμάτων, συνελήφθη καταχρεωμένος και καλείται να δώσει αποζημιώσεις 11 δισ. δολαρίων
Είναι Παρασκευή. Στο δικαστήριο της Νέας Υόρκης ο νεαρός με τα πλούσια κατσαρά μαλλιά βγάζει το σακάκι και τη γραβάτα, αδειάζει τις τσέπες του και παραδίδει τα παπούτσια του στους αστυνομικούς που τον οδηγούν στη φυλακή του Μπρούκλιν. Ποιος θα περίμενε, έναν χρόνο πριν, ότι ο αδιαμφισβήτητος «βασιλιάς» των κρυπτονομισμάτων Σαμ Μπάνκμαν-Φριντ θα κατέληγε ξυπόλητος και ντροπιασμένος σε ένα κελί;
Κι όμως. Ο 31χρονος είχε καταφέρει να αποκαλείται «σύγχρονος JP Morgan». Κι αυτό γιατί φαινόταν διατεθειμένος και ικανός να κάνει ό,τι έκανε και ο Μόργκαν όταν κατέρρευσε η Wall Street το 1907: να χρησιμοποιήσει την τεράστια περιουσία του για να σώσει ολόκληρο το σύστημα από το κραχ και να το θωρακίσει. Και αυτό ήταν το σχέδιό του.
Η αλήθεια είναι ότι όλοι πίστευαν πως μπορεί να το κάνει. Με το ανταλλακτήριό του, το FTX, να έχει εξελιχθεί σε έναν κολοσσό 32 δισ. δολαρίων και τη θυγατρική του, την επενδυτική Alameda Research, να ξεπερνά σε αξία το 1 δισ., ο ίδιος, με την περιουσία των 26,2 δισ. δολαρίων φαινόταν ότι θα μπορούσε -και μάλιστα εύκολα- να διασώσει τις σημαντικότερες εταιρείες του οικοσυστήματος που κατέρρεαν.
Αλλωστε ο ίδιος ο Φριντ ήταν «too big to fail». Στον Καναδά και στις ΗΠΑ το πρόσωπό του ήταν αυτό που χρησιμοποιούνταν στους δρόμους για διαφημίσεις του FTX. Ο ίδιος έλεγε ότι οι εταιρείες του, οι οποίες ήταν (αντί γιγαντιαίων ποσών) σπόνσορες των Μαϊάμι Χιτ στο ΝΒΑ, στο Superbowl, τη Formula 1, «θα μπορούσαν να αγοράσουν και την Goldman Sachs». Ωστόσο όλα άλλαξαν – και μάλιστα γρήγορα.
Φήμες υπήρχαν ότι η FTX και η Alameda είχαν προβλήματα ρευστότητας. Το πρόβλημα το έφερε στην επιφάνεια και το επιδείνωσε η κίνηση του βασικού ανταγωνιστή, του CEO της Binance, να καταθέσει μια (ψεύτικη) πρόταση εξαγοράς. Ακόμα και όταν ο Μπάνκμαν-Φριντ αρνήθηκε, ο Τζάο είχε την αφορμή που έψαχνε. Και ανακοίνωσε ότι έτσι κι αλλιώς αποσύρει την πρόταση εξαγοράς επειδή τα οικονομικά στοιχεία της FTX έδειχναν πρωτοφανή έλλειψη ρευστότητας και ότι βρισκόταν ένα βήμα πριν από τη χρεοκοπία.
Εν μέσω πανικού, την ίδια εβδομάδα η FTX και η Alameda κατέθεσαν αίτηση πτώχευσης. Ο Μπάνκμαν-Φριντ είδε την περιουσία του να εξαϋλώνεται κατά 94% εκείνη την εβδομάδα. Οσο όμως υποσχόταν ότι θα τα φτιάξει όλα, οι αμερικανικές αρχές διαπίστωναν ότι στην πραγματικότητα αυτό που είχε συμβεί ήταν ότι όσο έπεφτε η αξία του bitcoin, η Alameda δανειζόταν χρήμα για να το «κάψει» σε crypto ενεργητικό.
Οταν όμως τα δανεικά τελείωσαν και άρχισαν τα margin calls, άρχισε να τραβάει τις καταθέσεις των πελατών της FTX ώστε να ανταποκριθεί στις άμεσες υποχρεώσεις (παρότι οι δύο εταιρείες δεν είχαν θεωρητικά τη δυνατότητα να το κάνουν αυτό). Με τους πελάτες να ζητούν μαζικά τα χρήματά τους πίσω, όλα κατέρρευσαν. Και κάπως έτσι, ο Φριντ οδηγήθηκε στη φυλακή.
Την περασμένη εβδομάδα το δικαστήριο αποφάσισε να παρατείνει την προφυλάκισή του λόγω προσπαθειών να προσβάλει την αξιοπιστία μιας βασικής μάρτυρος εναντίον του, η οποία τυχαία είναι η πρώην (όπως φαντάζεστε) σύντροφός του και πρώην CEO της Alameda. Ωστόσο αυτό δεν είναι το χειρότερο απ’ όσα τον περιμένουν. Ο πραγματικός εφιάλτης είναι η ομαδική αγωγή που κατέθεσαν στα δικαστήρια των ΗΠΑ επενδυτές της FTX καταγγέλλοντας παράνομες συναλλαγές. Και αξιώνουν από εκείνον αποζημίωση ύψους 11 δισ. δολαρίων. Εάν τη χάσει, ο πρώην δισεκατομμυριούχος θα μετατραπεί από ένας εκ των πλουσιότερων ανθρώπων του κόσμου σε έναν από αυτούς με τα μεγαλύτερα χρέη του πλανήτη…
Τσάνγκπενγκ Τζάο / Binance Μείον 85,6 δισ. δολάρια σε 134 μέρες
Ο επηρμένος ζάπλουτος που διαχειριζόταν 34,1 τρισ. δολάρια τη μέρα σε crypto trading έλεγε ότι «οι άνθρωποι σαν τον Ρουμπινί μένουν πάντα φτωχοί».
Χαρακτηριστική περίπτωση των… διαβολοσκορπισμάτων είναι αυτή του 46χρονου Κινεζοκαναδού επιχειρηματία Τσάνγκπενγκ Τζάο. Γνωστός ως CZ, ο Τζάο είναι συνιδρυτής και CEO του Binance, του μεγαλύτερου ανταλλακτηρίου κρυπτονομισμάτων του πλανήτη (διαθέτει το 90%, με τον συνεργάτη του Μπράιαν Αρμστρονγκ να έχει το υπόλοιπο). Ο Τζάο δημιούργησε έναν κολοσσό που διαχειριζόταν μέχρι την κρίση του οικοσυστήματος περίπου 5 δισ. δολάρια τη μέρα ή, αν θέλετε, περίπου 34,1 τρισ. δολάρια σε crypto trading. Λογικό ήταν ο γεννημένος στην Κίνα, μεγαλωμένος στον Καναδά και σήμερα κάτοικος Σιγκαπούρης επιχειρηματίας να γίνει πλούσιος. Η περιουσία του έφτασε με εκρηκτικούς ρυθμούς -ανάλογους του bull market των κρυπτονομισμάτων- τα 95,8 δισ. δολάρια. Και μπήκε στο Top 20 των πλουσιότερων ανθρώπων του πλανήτη.
Ηταν τέτοιες μέρες πέρυσι, όταν ο Τζάο -εν μέσω αποκαλύψεων και καταρρεύσεων- δεχόταν σκληρή κριτική από οικονομολόγους για τη διαφάνεια των συναλλαγών με κρυπτονομίσματα και τον τρόπο που λειτουργούν οι επιχειρήσεις του χώρου. Ο δε Νουριέλ Ρουμπινί, στη διάρκεια συνεδρίου, μίλαγε για την αγορά κρυπτονομισμάτων με τον χαρακτηρισμό «ένα εντελώς διεφθαρμένο οικοσύστημα», περιγράφοντας «συγκαλύψεις, διαφθορά, εγκληματίες, απατεώνες, ψεύτικους τραπεζίτες». Μιλώντας σε άλλο συνέδριο, ο Τζάο απαντούσε στον Ρουμπινί: «Δεν μας νοιάζει τι λέει. Η αρνητική ενέργεια δεν οδηγεί πουθενά στη ζωή. Οι άνθρωποι αυτοί γενικά μένουν φτωχοί». Σε tweet του θα το συνέχιζε, ξεσηκώνοντας αντιδράσεις όταν θα δήλωνε ότι «οι φτωχοί λένε κακά πράγματα για την Binance».
Η ζωή, όμως, έχει γυρίσματα. Λίγο αργότερα ο Τζάο θα αναγκαζόταν να αυτοσαρκαστεί, δηλώνοντας ότι «είμαι και πάλι φτωχός». Φτωχός δεν έγινε βέβαια, ούτε καν επέστρεψε στην εποχή που πούλησε το σπίτι του τζογάροντας ό,τι είχε στα cryptos για να κερδίσει ό,τι κέρδισε. Εγινε όμως ο άνθρωπος που έχασε τα περισσότερα λεφτά και πιο γρήγορα στην ανθρώπινη ιστορία, αφήνοντας πίσω του τον ιδρυτή της Softbank Μασαγιόσι Σον. Σε 134 μέρες ο Τζάο έχασε περίπου το 90% της περιουσίας του, μένοντας «μόλις» με 10,2 δισ. δολάρια. Με δεδομένο ωστόσο ότι όλη του η περιουσία είναι τοποθετημένη σε κρυπτονομίσματα και ότι από την κατάρρευση του Luna έχασε 11 δισ. δολάρια (το 100% της επένδυσής του), πολλοί είναι αυτοί που υπολογίζουν ότι δεν έχασε 87 δισ., αλλά ότι το πραγματικό net worth του Τζάο σήμερα είναι 1 δισ. και όχι 10,2 δισ. δολάρια.
Τα προβλήματά του, βέβαια, δεν σταματούν εδώ. Η καταστροφή -για την ακρίβεια- μόλις άρχισε. Πριν από έναν μήνα οι εισαγγελικές αρχές στις ΗΠΑ έκαναν δεκτή την προσφυγή της Αμερικανικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (SEC) και άσκησαν δίωξη για 13 κατηγορίες στον Τζάο και την Binance. Ο πρόεδρος της SEC Γκάρι Γκένσλερ δήλωσε ότι «μέσα από δεκατρείς κατηγορίες, ισχυριζόμαστε ότι οι οντότητες Τζάο και Binance εμπλέκονται σε ένα εκτεταμένο δίκτυο εξαπάτησης, τεχνητού φουσκώματος των όγκων συναλλαγών, μεταφοράς κεφαλαίων πελατών, παραπλάνησης επενδυτών, σύγκρουσης συμφερόντων, έλλειψης διαφάνειας και υπολογιζόμενης φοροδιαφυγής». Ο Τζάο κατηγορείται ότι ασκούσε έλεγχο στα περιουσιακά στοιχεία των πελατών του συνδέοντάς τα με προσωπικές και εταιρικές συμμετοχές και η Binance ότι επέτρεπε εν κρυπτώ σε πελάτες μεγάλου net worth να συναλλάσσονται κατά παράβαση του νόμου περί χρεογράφων.
Στο άκουσμα του κατηγορητηρίου, η Binance αποκόπηκε από το αμερικανικό τραπεζικό σύστημα, ανακοίνωσε απολύσεις 1.000 ατόμων, ενώ προσέφυγε στα αμερικανικά δικαστήρια προσπαθώντας να αποσπάσει δικαστική προστασία κατά των ερευνών που διεξάγει η SEC στις εγκαταστάσεις της. Ωστόσο οι Αρχές και άλλων χωρών έχουν αρχίσει ανάλογες έρευνες και η Binance αισθάνεται εντονότερα την πίεση. Γι’ αυτό και ακυρώνει τα σχέδια επέκτασής της, ακόμα και σε σημαντικές αγορές, όπως της Γερμανίας, έστω και αν βρισκόταν στο παρά ένα να λάβει τις σχετικές άδειες. Από τον Ιούνιο, όταν η SEC κινήθηκε εναντίον της Binance, υπολογίζεται ότι Τζάο και Μπράιαν Αρμστρονγκ έχουν χάσει (ακόμα) 2 δισ. δολάρια, ενώ στην αγορά κυκλοφορεί έντονα ότι υπάρχει πρόθεση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ να παγώσει τα περιουσιακά στοιχεία της Binance και του Τζάο και άρα να τους αφήσει χωρίς… δολάριο. Ο ίδιος μιλά για fake news και τονίζει: «Τα κεφάλαιά σας είναι ασφαλή, μην ανησυχείτε». Είναι όμως;
Ντο Κουόν / Terraform Labs: «Δεν μιλάω σε φτωχούς»
Προκάλεσε το μεγαλύτερο «αιματοκύλισμα» στην αγορά: Το stablecoin Luna έχασε εν μια νυκτί το 99,99% της αξίας του – 60 δισ. δολάρια επενδυτών εξαφανίστηκαν
Ο Νοτιοκορεάτης Ντο Κουόν είναι ο πρωταγωνιστής του μεγαλύτερου θρίλερ καταστροφής στην ιστορία των κρυπτονομισμάτων. Ο Κουν Ντο-Χιουνγκ, όπως είναι το αληθινό του όνομα, ήταν συνιδρυτής και CEO της Terraform Labs, η οποία λάνσαρε τα λογαριθμικά, συνδεδεμένα με το δολάριο, stablecoins UST και Luna. Περισσότεροι από 40 εκατομμύρια άνθρωποι και επιχειρήσεις-κολοσσοί του οικοσυστήματος (όπως οι Binance, Arrington XRP και Polychain Capital) επένδυσαν σε αυτό.
Και η περιουσία του, όταν το Luna έφτασε στο απόγειό του, κυμαινόταν στα 50 δισ. δολάρια. Σε αυτούς που ασκούσαν κριτική στο εγχείρημα, λέγοντας ότι ο αλγόριθμος και η σύνδεση με το δολάριο ήταν ασταθείς, ο Κουόν επιχειρούσε με τη χαρακτηριστική του έπαρση: «Είσαι φτωχός και άσχετος. Επειδή είσαι άσχετος θα παραμείνεις φτωχός». «Δεν μιλάω σε φτωχούς», είχε απαντήσει ο Κουόν στον Βρετανό οικονομολόγο Φράνσις Κόπολα όταν ο τελευταίος είχε πει ότι το αλγοριθμικό μοντέλο του stablecoin δεν είναι βιώσιμο. Ηρθε όμως η ώρα, το 2022, που το UST και το Luna κατέρρευσαν, αφού πρώτα αποσυνδέθηκε η ισοτιμία τους με το δολάριο και αποδείχθηκε ότι ήταν απάτες τύπου πυραμίδας. Ο Κουόν είχε μόλις προκαλέσει ένα απίστευτο «αιματοκύλισμα» στην αγορά.
Οι εταιρείες που είχαν επενδύσει στο stablecoin βρέθηκαν ξαφνικά εκτεθειμένες. Το Luna έχασε εν μια νυκτί το 99,99% της αξίας του. Περίπου 60 δισ. δολάρια εξαφανίστηκαν από την αγορά. Προκλήθηκε ένα ντόμινο που συνεχίζεται ως σήμερα. «Λυπάμαι». Αυτό ήταν το μόνο σχόλιο του Κουόν που υποσχόταν πως θα κάνει «ό,τι είναι δυνατό» για να αποκαταστήσει τις περιουσίες των ανθρώπων που χάθηκαν. Στις ΗΠΑ, στη Νότια Κορέα και τη Σιγκαπούρη όπου ζούσε κατατέθηκαν ομαδικές αγωγές εις βάρος του, ύψους 56,9 εκατ. δολαρίων. Η Interpol εξέδωσε «red notice» για τον εντοπισμό του, κάτι που ο ίδιος διέψευδε μετ’ επιτάσεως, λέγοντας ότι είναι στο γιοτ του στη Σιγκαπούρη και ότι κανείς δεν τον ψάχνει. Η αλήθεια ήταν ότι κανείς δεν… τον έβρισκε.
Τον βρήκαν τελικά οι Αρχές του Μαυροβουνίου, όπου συνελήφθη τον Μάρτιο για τη χρήση πλαστού διαβατηρίου και τον φυλάκισαν. Από τη φυλακή, ο Κουόν επιχείρησε να ρίξει στάχτη στα μάτια του κόσμου κατηγορώντας το κυβερνών κόμμα ότι «λαδωνόταν» από αυτόν. Αυτό που έκανε, ωστόσο, ήταν να τραβά την προσοχή από κάποιον συνεργάτη του, ο οποίος μετέφερε 136 εκατ. δολάρια από ψηφιακό πορτοφόλι της Terraform Labs σε άλλο πορτοφόλι. Και έτσι άρχισε το κυνήγι για να βρεθούν τα κρυμμένα περιουσιακά στοιχεία του Κουόν.
Οι ελβετικές αρχές, για παράδειγμα, εντόπισαν 26 εκατ. δολάρια σε κρυπτονομίσματα που του ανήκαν και τα πάγωσαν. Η πλατφόρμα Arkham δίνει αμοιβή ύψους 5.000 δολαρίων σε όποιον δώσει πληροφορίες που θα οδηγήσουν σε εντοπισμό «πορτοφολιών» του Κουόν, ο οποίος κατηγορείται από τις αμερικανικές αρχές ως «ο ενορχηστρωτής απάτης πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων με περιουσιακά στοιχεία κρυπτονομισμάτων».
Σου Ζου / Three Arrows Capital: Ρευστοποίησε και εξαφανίστηκε
Ο πρώην trader της Credit Suisse αγόραζε μανιωδώς ακίνητα, συλλεκτικά ρολόγια, έργα τέχνης, ενώ έδωσε μόνο προκαταβολή 50 εκατ. δολάρια στα φημισμένα ναυπηγεία Sanlorenzo της Ιταλίας για να του φτιάξουν το μεγαλύτερο γιοτ της Σιγκαπούρης, το 52μετρο «Much Wow» που δεν παρέλαβε ποτέ
Αν ο γεννημένος στην Κίνα και σπουδαγμένος στο Στάνφορντ των ΗΠΑ, πρώην trader της Credit Suisse, Σου Ζου έκανε κάτι σωστό με τα λεφτά που έβγαλε από τα κρυπτονομίσματα, αυτό ήταν οι επενδύσεις σε ακίνητα. Γιατί μετά την κατάρρευση του Three Arrows Capital (3ΑC) που είχαν δημιουργήσει με τον φίλο του, Κ. Ντέιβις, το οποίο είχε φτάσει να διαχειρίζεται κεφάλαια ύψους 10 δισ. δολαρίων, τα ακίνητα ήταν αυτά που τον έσωσαν.
Προσώρας, δηλαδή, επειδή οι αμερικανικές άρχές του έχουν στείλει κλήτευση και ετοιμάζονται να του παγώσουν ό,τι περιουσιακό στοιχείο έχει. Το να ρευστοποιείται (από την Αμερικανική Δικαιοσύνη) το σπίτι και τα άλλα περιουσιακά στοιχεία του ανθρώπου που ζούσε με lifestyle το οποίο θα έκανε τον Αριστοτέλη Ωνάση να μοιάζει με «φτωχαδάκι» είναι εντυπωσιακό. Γιατί μιλάμε για έναν άνθρωπο που μανιωδώς αγόραζε ακίνητα σε όλο τον κόσμο, συλλεκτικά ρολόγια, έργα τέχνης, ενώ έδωσε μόνο προκαταβολή 50 εκατ. δολάρια στα φημισμένα ναυπηγεία Sanlorenzo της Ιταλίας για να του φτιάξουν το μεγαλύτερο γιοτ της Σιγκαπούρης, το 52μετρο «Much Wow». Βέβαια δεν το παρέλαβε ποτέ, αφού η ολοκλήρωσή του συνέπεσε με τη χρεοκοπία του 3AC και οι τελευταίες δόσεις στο ναυπηγείο δεν πληρώθηκαν.
Ο Ζου είναι στο στόχαστρο αρκετών εκατομμυριούχων που τον… ψάχνουν να τους επιστρέψει τα χρήματα που του είχαν δώσει, αλλά δεν τον βρίσκει κανείς. Δεν εμφανίζεται -παρά τις αλλεπάλληλες κλητεύσεις- ούτε στις δικαστικές αίθουσες όπου εξετάζονται οι υποθέσεις για τις οποίες είναι κατηγορούμενος. Μόνο στο Twitter έκανε μια εμφάνιση λέγοντας ότι έπεσε και αυτός θύμα απάτης και ότι θα αποδοθεί Δικαιοσύνη.
Αυτή η σιωπή είναι εκκωφαντική για έναν άνθρωπο που ήταν γνωστός για τον αλαζονικό τρόπο με τον οποίο παραινούσε τον κόσμο να επενδύσει στα κρυπτονομίσματα, λέγοντας ότι «όποιος δεν καταλαβαίνει τα κρυπτονομίσματα και αρνείται να τα μάθει, θα διαπιστώσει ότι θα είναι ένας πολύ δύσκολος αιώνας γι’ αυτόν». Η λεπτομέρεια που κάνει τη διαφορά, ωστόσο, είναι ότι αποδεικνύεται πως οι δυο τους ρευστοποίησαν μεγάλο μέρος των θέσεών τους μόλις λίγες μέρες πριν από τη χρεοκοπία του fund τους και εξαφανίστηκαν. Μέχρι σήμερα αρνούνται να συνεργαστούν με τη Δικαιοσύνη για την εκκαθάριση του 3AC και στο δικαστήριο εμφανίστηκαν μέσω Zoom με κλειστές τις κάμερες και τα μικρόφωνα. Οι δικηγόροι τους αρνούνται να παραλάβουν έγγραφα για λογαριασμό τους. Κανείς δεν ξέρει πού βρίσκονται.
Τζένιφερ Ρόμπερτσον / QuadrigaCX: Από σύζυγος εκατομμυριούχου… σερβιτόρα
Αναζητούνται 220 εκατ. δολάρια σε bitcoin που είναι κλειδωμένα στον κρυπτογραφημένο υπολογιστή του νεκρού Τζέραλντ Κότεν
Για την Καναδή Τζένιφερ Ρόμπινσον η ζωή έχει αποδειχθεί ότι έχει πολλά σκαμπανεβάσματα. Ξεκίνησε μια καριέρα στο real estate, άρχισε να σωρεύει περιουσία σε ακίνητα και ρευστό, παντρεύτηκε τον «βασιλιά των κρυπτονομισμάτων» της χώρας, απόλαυσε επαύλεις, γιοτ και ταξίδια.
Ωστόσο έμεινε χήρα, κατηγορήθηκε για κλοπή, έχασε και τα ακίνητα που είχε πριν τον γάμο της και σήμερα εργάζεται ως σερβιτόρα για να επιβιώσει. Για αρκετά χρόνια η Ρόμπερτσον, μαζί με τον σύντρόφό της, τον CEO του μεγαλύτερου ανταλλακτηρίου κρυπτονομισμάτων του Καναδά, QuadrigaCX, αποκαλούμενο και «Καναδό βασιλιά του bitcoin» Τζέραλντ Κότεν, ζούσαν μια πολύ χλιδάτη ζωή.
Ετσι όταν παντρεύτηκαν, το 2019, πήγαν για ταξίδι του μέλιτος στην Ινδία. Εκεί, ο 30χρονος Κότεν μεταφέρθηκε ξαφνικά στο νοσοκομείο με επιπλοκές της Νόσου του Κρον. Διαγνώστηκε με σηπτικό σοκ και πέθανε. Η σορός του επέστρεψε στον Καναδά μαζί με τη χήρα του. Ωστόσο ο Κότεν είχε πάρει κάτι μαζί του: τα ψηφιακά κλειδιά για τα χρήματα των πελατών της QuadrigaCX. Περίπου 220 εκατ. δολάρια σε bitcoin και άλλα 40 που φέρονταν να ήταν τα ταμειακά διαθέσιμα της QuadrigaCX ήταν κλειδωμένα στον κρυπτογραφημένο ηλεκτρονικό υπολογιστή του Κότεν.
Και αυτός που γνώριζε τον κωδικό, ο Κότεν, τον πήρε μαζί του στον τάφο του. Μαζί με τα εκατομμύρια. Ή μήπως όχι; Αφότου οι έρευνες των καναδικών και αμερικανικών αρχών κατέληξαν ότι το ανταλλακτήριο ήταν τελικά μια απάτη τύπου πυραμίδας και ότι ο θάνατός του απλά την εξέθεσε πρώιμα, οι υποψίες στράφηκαν στην Ρόμπερτσον. Κάποιοι είπαν ότι την είχαν δει να κάνει συναλλαγές στο ανταλλακτήριο και άρα είχε το password.
Αλλοι ότι ο Κότεν σκηνοθέτησε τον θάνατό του και εξαφανίστηκε με τα λεφτά τους, με την Ρόμπερτσον να περιμένει να ξεφουσκώσει το θέμα για να τον ακολουθήσει σε… μέρη εξωτικά. Υπό αυτή τη φρενήρη πίεση και με τις Αρχές να ερευνούν ό,τι είχε και δεν είχε, η Ρόμπερτσον γρήγορα ζήτησε να κάνει συμφωνία με τις Αρχές και να επιστρέψει ό,τι είχε κληρονομήσει από τον Κότεν: ακίνητα, αξίας 12 εκατ. δολαρίων, 100.000 δολάρια «για την ανατροφή των δύο τσιουάουά της», μια πολυτελή Lexus, ένα γιοτ. Ηδη είχε χάσει τα ακίνητα και το ρευστό της. Σήμερα εργάζεται ως σερβιτόρα στην περιοχή που μεγάλωσε, τη Νόβα Σκότια, και έχει επιστρέψει στο σχολείο, ελπίζοντας ότι θα γίνει μια μέρα δασκάλα.