Κεράτωσα τον άνδρα μου στο γραφείο του

0

Το όνομα μου είναι Στεφανία. Είμαι παντρεμένη με τον Κώστα και είμαι 45 ετών. Είμαι μια γυναίκα που δεν περνάει απαρατήρητη. Καλοπαντρέμενη, χωρίς προβλήματα και έχοντας τα πάντα τακτοποιημένα στην ζωή μου. Τα πάντα; Χμμμ… μάλλον όχι. Η ρουτίνα ενός γάμου σκοτώνει το σέξ. Και η αλήθεια είναι πώς ο σύζυγος, όσο καλός είναι στις υποχρεώσεις του, τόσο μέτριος ήταν και εξακολουθεί να είναι στο κρεβάτι.
Κατά τα άλλα είναι ένας απόλυτα επιτυχημένος επιχειρηματιας, μεγάλο εισαγωγέας φαρμάκων, με δουλειές σχεδόν σε όλες τις χώρες των Βαλακνίων. Σαν γυναίκα είχα πολλές κατακτήσεις. Ακόμη και από στενούς τους συνεργάτες και φίλους του μπορώ να πω. Αλλά ποτέ δεν ενέδωσα αν και κατά καιρούς δεν κρύβω πώς σκέφτηκα να πω ναι σε έναν φίλο του, επίσης εισαγωγέα.

Το τελευταίο διάστημα ( τρεις μήνες κοντά) με φλέρταρε έντονα ένας νεαρός συνεργάτης του (32 ετών), ο οποίος ήταν επικεφαλής των πωλήσεων στην Αλβανία και το Κόσοβο. Ο νεαρός, με φλέρταρε έντονα το τελευταίο διάστημα. Με είχε δει δυο- τρεις φορές στα γραφεία της εταιρείας, και από τότε άρχισε η πολιορκία. Με πολιορκούσε με μηνύματα στο facebooκ, ενώ όταν έμαθε πως πάω στο γυμναστήριο γράφτηκε και αυτός για να έχει ελεύθερο πεδίο. Μου άρεσε η αλήθεια είναι. Ένας νεαρός, κοντά 15 χρόνια μικρότερος μου με κυνηγούσε διαμονισμενα. Σε ποια γυναίκα δεν αρέσει αυτό;. Ήταν και ωραίο παιδί, οπότε άρχισε να επισκεπτονται τον σύζυγο πιο συχνά. Του πετούσα ματιές, έπινα καφέ εκεί πολλές φορές, και ερχόμασταν όλο και πιο κοντά. Κάποιες φορές για να μην δώσω αφορμές στον σύζυγο που ήταν και ζηλιάρης έπαιρνα μαζί μου την καλύτερη μου φίλη, την Νικολέτα, για να μην φανεί πως είχα άλλους λόγους που πήγαινα συχνότερα από ποτέ στα γραφεία της εταιρείας μας. Σε μία από τις επισκέψεις μου στο γραφείο ο Κώστας μου είπε πως ετοιμάζει μια εκδήλωση για τους συνεργάτες του, μια που το τελευταίο διάστημα οι εξαγωγές είχαν βελτιωθεί αισθητά. Σκόπευε βέβαια, όπως μου είπε, να τους δώσει και ένα χρηματικό μπόνους στο τέλος του μήνα.
Η εκδήλωση είχε προγραμματιστει για το Σάββατο, και εκείνο το απόγευμα, ο άνδρας μου άρχισε να ετοιμάζεται. Το κουστουμάκι του, τα καινούρια παπούτσια, την γραβάτα που έπρεπε εγώ να του δέσω. Τις δυο φορές που τον είχα ακολουθήσει, είχα ντυθεί απλά. Τώρα δεν ξέρω τι μ’έπιασε (ίσως και ο νεαρός που στριφογύριζε στο μυαλό μου) και διάλεξα από την πλούσια γκαρνταρόμπα μου ο,τι πιο προκλητικό υπήρχε. Μια μαύρη φούστα στενή, με μία λευκή μπλούζα που αν εσκυβα φαίνονταν τα μεγάλα μου βυζιά μου. Μαύρο καλτσόν, γόβες με ψηλά τακούνια και ένα κόκκινο σακάκι. Το μαύρο σουτιεν που φόρεσα προκαλούσε αντίθεση με την λευκή μπλούζα και υπερτόνιζε τις βυζάρες μου. Λίγο κραγιόν και μέικαπ, τα μαλλιά ήταν χτενισμένα από το κομμωτήριο και έτοιμη η κυρία Στεφανία!

Το ραντεβού για την εκδήλωση ήταν στις 7. Φτάσαμε μισή ώρα νωρίτερα για να κανονίσουμε τις λεπτομέρειες. Μπίρες, κρασιά, ουίσκι, μεζεδάκια από κέτερινγκ και όλα τα σχετικά. Ο κόσμος άρχισε σιγά σιγά να καταφθάνει. Οι συνεργάτες του με τις γυναίκες τους οι πιο πολλοί, οι υπάλληλοι του και κάποιοι συνεργάτες του από άλλες πόλεις.

Όταν ήρθε όλος ο κόσμος, συγκεντρωθήκαμε στον χώρο υποδοχής που ήταν αρκετά μεγάλος και διαμορφωμένος ειδικά για την εκδήλωση. Ο Κώστας έβγαλε έναν σύντομο λόγο, μίλησε για τις τελευταίες συνεργασίες για τις προκλήσεις των καιρών, και μετά από λίγο κατευθυνθήκαμε όλοι στον πάνω όροφο σε μια μεγάλη αίθουσα. Εκεί έπεσαν όλοι με τα μούτρα στο φαγητό και στο ποτό. Εγώ δεν πεινούσα, και αρκέστηκα σε λευκό παγωμένο κρασί. Ένα, δυο, τρία ποτηράκια, η διάθεσή μου έφτιαξε για τα καλά. Το ίδιο και των υπολοίπων. Ο άνδρας μου, ήταν συνεχώς περικυκλωμένος από τους συνεργάτες του. Όλη την ώρα ο νεαρός (Μάνο τον έλεγαν) έριχνε προς το μέρος μου κλεφτές ματιές. Με έτρωγε με τα μάτια του από πάνω ως κάτω. Κάθισα σε μία καρέκλα και απολάμβανα το τέταρτο ποτήρι κρασί όταν με πλησίασε. Η φούστα που φορούσα αποκάλυπτε τα καλλίγραμα πόδια μου και όχι μόνο. Νωχελικά και επηρεασμένη από το κρασί ανοιγόκλεινα τα μπούτια μου.

Πιάσαμε συζήτηση περί ανέμων και υδάτων. Ο Μάνος κάθισε απέναντί μου σε άλλη καρέκλα στο ένα μέτρο. Είχε την διάθεση να με φλερτάρει, αλλά κοιτούσε και δεξιά και αριστερά, προς αποφυγήν κάθε παρεξήγησης. Ήταν σίγουρα ο πιο γοητευτικός απ’όλους τους άνδρες που βρισκόταν εκεί. Αρρενωπός, με καταπληκτικό και γεροδεμένο σώμα, και μία φωνή που σε μάγευε. Κάποια στιγμή γέλασα με την ψυχή μου μ’ένα αστείο που είπε και χωρίς να το καταλάβω άνοιξα τόσο πολύ τα πόδια μου που φάνηκε το μαύρο στρινγκ που φορούσα. Τον συνέλαβα αμέσως να καρφώνει τα μάτια του κάτω από την φούστα, αλλά δεν είδα να τον ενόχλησε αυτό. Ισα ίσα που μου έσκασε ένα προκλητικό χαμόγελο.

Κατέβασε τα πόδια του (είχε το ένα πάνω στο άλλο), και ανοίγοντάς τα λίγο, το μάτι μου καρφώθηκε στο φερμουάρ του παντελονιού. Ο άνθρωπος είχε φτιάξει μια πούτσα τεράστια!! Έτοιμη να σκίσει το παντελόνι και να βγει εξω! Μια γλυκιά ανατριχίλα πέρασε από το κορμί μου. Δεν το κρύβω άρχισα να καυλώνω. Ο άνδρας μου ήταν πέντε-έξι μέτρα δίπλα μου μέσα στον κόσμο, και ενας υπάλληλος του ήταν η αιτία να αρχίσει να υγραίνει το μουνί μου. «Αμα δεν του τα φορέσω σήμερα, να μην με λένε εμένα Στεφανία » σκέφτηκα προς στιγμήν. Τις καυλιάρικες σκέψεις μου τις διέκοψε ένα ζευγάρι που πλησίασε προς το μέρος μας. Αμέσως έκλεισα τα πόδια μου και όσο μπόρεσα κατέβασα την φούστα. Συνεχίσαμε σε πιο σοβαρό ύφος την συζήτηση, όταν κάποια στιγμή σηκώθηκε ο Μάνος. «Με συγχωρείτε, θα βγω λίγο έξω να πάρω αέρα.» λέει και εξαφανίζεται.

Σηκώθηκα και εγω και πήγα προς τον άνδρα μου. Μ’ένα ποτήρι στο χέρι, και φανερά φτιαγμένος από το ποτό όπως και οι υπόλοιποι, έλεγαν του κόσμου τις μαλακίες. Ούτε καν που με πήρε χαμπάρι, όπως ήταν αφοσιωμένος με τους συνεργάτες του. Πήρα κι εγω την τσάντα μου, ξεγλύστρησα από το πλήθος και βγήκα από την αίθουσα. Στο βάθος του διαδρόμου, μπροστά σ’ένα παράθυρο ήταν ο Μάνος. Κάπνιζε και κοιτούσε προς τον δρόμο. Με αργά βήματα αρχισα να κατευθύνομαι προς το μέρος του. «Το κάπνισμα βλάπτει την υγεία» του λέω και τον κοιτάω προκλητικά στα μάτια. «Σοβαρά; Ξέρω κάτι πάντως που σίγουρα δεν βλάπτει την υγεία, ίσα ίσα που της κάνει καλό.» μου απαντάει με τον ίδιο προκλητικό τόνο. «Μπα; Και τι είναι αυτό;» προλαβαίνω να ρωτήσω και μ’αρπάζει από το χέρι, με τραβάει προς το μέρος του και με πάει στις σκάλες. «Ελα μαζί μου» λέει με σιγανή και παθιάρικη φωνή.

Κατεβήκαμε τα σκαλοπάτια σε ενα γραφείο που ήταν ξεκλείδωτο. Άνοιξε την πόρτα και με τράβηξε με δύναμη προς τα μέσα. Χωρίς να μου πει κουβέντα, χωρίς να προλάβω καλά καλά να διαμαρτυρηθώ με σήκωσε με τα δυο χέρια και με ξάπλωσε πάνω στο μεγάλο γραφείο. «Τώρα θα σου δείξω εγώ τι δεν βλάπτει την υγεία! Σαν πουτάνα θα σε γαμήσω και άσε τον μαλάκα τον άνδρα σου να βόσκει επάνω!!» Με έχεις τρελάνει στην καύλα, είσαι θεόμουνο.

Έβγαλε τις γόβες μου, σήκωσε ψηλά την μαύρη φούστα μου , και κατέβασε προσεκτικά το καλτσόν μου, μέχρι να το βγάλει όλο. Με μανία έσκισε το στρινγκ που φορούσα, δυο κομμάτια το έκανε και το πέταξε πάνω στο γραφείο.

Σαν αγρίμι έπεσε πάνω μου, άρχισε να χουφτώνει το ξυρισμένο μουνί μου, και να με φιλά με λύσσα στο στόμα, στο λαιμό, στο αυτί μου. Με δύναμη και πίεση ανοιξε το στόμα μου και έβαλε μέσα την γλώσσα του. Με το δεξί χέρι πασπάτευε το μουνί μου, έχωσε μέσα δύο δάχτυλα και ρυθμικά με γαμούσε μ’αυτά. Απίστευτη κάυλα Θεέ μου! Το μουνί μου ήταν μούσκεμα, ο μπάσταρδος το είχε καταλάβει από την πρώτη στιγμή. Εβγαλε απότομα τα δάχτυλά του, και άρχισε να τα γλύφει. «Απ’ότι βλέπω καριόλα, σ’αρέσει. Ετοιμη, φτιαγμένη για ξέσκισμα είσαι!» Ο τρόπος που μου μιλούσε με καύλωνε ακόμη πιο πολύ. Με μεταχειριζόταν σαν μία του δρόμου, χωρίς να με ξέρει καλά καλά, πάνω στο γραφείο του άνδρα μου.

«Που’σαι κύριε επιχειρηματία να δεις τι κάβλες έχει η πουτάνα η γυναίκα σου!!» αναφώνησε θριαμβευτικά και ξαναχωσε τα δάχτυλα στο μουνί μου. Την ίδια στιγμή με το άλλο χέρι σήκωσε ψηλά την μπλούζα μου. Πως δεν την έσκισε, ένας Θεός ξέρει.

«Πω, πω κορμάρα μου, τι βυζάρες είναι αυτές!» μου ψιθύρισε και άρχισε να πασπατεύει και να ζουλάει με δυναμη τα βυζιά μου. Τράβηξε προς τα κάτω το σουτιέν, και οι καβλωμένες ρόγες πετάχτηκαν μπροστά του. Εγλυφε, δάγκωνε, έβγαλε τα δάχτυλα από το μουνί μου, έπιασε και με τα δυο χέρια τα βυζιά μου και έχωσε ανάμεσά τους το πρόσωπό του. «Και τώρα μωρό μου, τι θέλεις να σου κάνω; Πες μου, τι θέλεις να σου κάνω;» μου λέει με επιτακτικό ύφος και σηκώνεται όρθιος μπροστά στο τραπέζι. Αρχισε να ξεκουμπώνει το παντελόνι, κατέβασε το φερμουάρ και μετά ως τα γόνατα το παντελόνι. Ο πούτσος ήταν τεντωμένος, έτοιμος να σκίσει το μποξεράκι που φορούσε. «Πες μου καριόλα, τώρα τι θέλεις!» επανέλαβε. «Θέλω να με γαμίσεις. Θέλω να με γαμίσεις!!» φώναξα όσο πιο σιγά μπορούσα.

Κραυγή ηδονής, είχα χάσει τον κόσμο, η καύλα με είχε κυριεύσει, το μόνο που ήθελα ήταν να αισθανθώ το καυλί αυτού του άνδρα μέσα μου. «Ξαναπέστο καριόλα, θέλω να το ακούσω πάλι!» λέει και χώνει ένα δάχτυλο βαθιά στο μουνί μου. Άρχισα να παραληρώ, βογγούσα, με παίδευε και εγώ ήθελα να μπει επιτέλους στο ψητό. «Σκίσε με, γάμισέ με επιτέλους. Δώσε μου τον πούτσο σου!!!» «Πάρτον, σκύλα, πάρτον όλος δικός σου» λέει και τον πετάει έξω. Τέτοιο πράγμα δεν είχα ξαναδεί! Καλά δεν το συζητάω, του άνδρα μου, είναι σχετικά μικρό. Αλλά και τα καυλιά των κατά καιρούς εραστών μου λίγο πολύ ήταν φυσιολογικά. Τούτο δω, ήταν εξωπραγματικά μεγάλο. Και χοντρό! «Εχεις ξαναδεί καριόλα τέτοιο καυλί; Ε; Εχε χάρη που δεν έχουμε χρόνο, αλλιώς θα σε ξέσκιζα απ’ολες τις τρύπες και θα σ’εκανα να μην μπορείς να περπατήσεις. Γαμιόλα, ξεσκισμένη, τώρα θα δεις πως γαμάνε!» μου λέει και μ’αρπάζει από τα μαλιά, σηκώνει το κεφάλι μου και χώνει τον πούτσο στο στόμα μου. Αρχισε να γαμάει με λύσσα το στόμα μου, τον έχωνε όσο πιο βαθιά γινόταν, παραλίγο να με πνίξει, τον έβγαζε έξω, μου έδινε πουτσοσκάμπιλα, ξανά μέσα με δύναμη, με το άλλο χέρι πασπάτευε το μουνί μου που ήταν έτοιμο να εκραγεί. Αυτό δεν κράτησε πολύ, ένα-δύο λεπτά, τον ρουφούσα λαίμαργα, έγλυφα όταν τον έβγαζε έξω και τα αρχίδια του, κάποια στιγμή γυρίζει απότομα το κεφάλι μου στο πλάι, και βάζει το καυλί του στο αυτί μου. «Εσένα απ τα αυτιά πρέπει να σε γαμήσω, από τις άλλες τρύπες είσαι ξεσκισμένη!. Θα του την γαμήσω τώρα εγώ την γυναίκα, θα την ξευτιλίσω στον πούτσο!»

Ξαφνικά σκύβει κάτω και παίρνει το καλτσόν. Πιάνει την μία άκρη και τυλίγει τον πούτσο του μέσα στο καλτσόν. «Θα σε γαμίσω με το καλτσόν, και μετά θα το φορέσεις και θα πας στον άνδρα σου!» Το’πε και το ‘κανε! Εχω την πούτσα του, τυλιγμένη μεσα στο καλτσόν, στο μουνί μου. Στην αρχή με αργές κινήσεις, στη συνέχεια πιο γρήγορα, με γαμούσε δυνατά, και με το αριστερό του χέρι, χτυπούσε τον κώλο μου. Επεσε όλος πάνω μου, έβγαλε την γλώσσα του, και με έγλυφε στα βυζιά. Τα δάγκωνε, έφτυνε τις ρώγες, ο τεράστιος πούτσος του μπαινόβγαινε με πολύ γρηγορους ρυθμούς, ωσπου δεν άντεξα. Αρχισα να ουρλιάζω από ηδονή, σπαρταρούσα στα χέρια του, και έχυνα ασταμάτητα. «Ναι πουτσαρά μου, δωστα μου όλα, σκίσε με, σκίσε με!» Θριαμβευτικά ο Μάνος σηκώνεται από πάνω μου, βγάζει το καλτσόν, χώνει τον πούτσο του τώρα έτσι όπως ήταν ξανά στο μουνί μου, μια-δυο-τρεις φορές, και άρχισε να χύνει και αυτός ασταμάτητα.

Εξω από το μουνί μου, στα μπούτια μου, λέρωσε λίγο και το καλτσόν μου, μετά ανέβηκε πάνω μου και έφερε τον πούτσο στο πρόσωπο μου. «Γλύψτον καλά, ρούφα κάθε σταγόνα, θέλω να τον σκουπίσεις!» Πραγματικά δεν άφησα σταγόνα. Με λαιμαργία, σαν ζώο, κατάπινα τον πούτσο του. Ο Μάνος σηκώθηκε και άρχισε να ανεβάζει το μποξεράκι και το παντελόνι του. Την ώρα που κούμπωνε το παντελόνι του, τον άκουγα θριαμβευτικά να λέει: «Μ’αρέσουν τα πιπινάκια, άλλα οι σαραντάπεντάρες έχουν άλλη χάρη, άλλη καύλα. Εσυ είσαι γεννημένη για γαμίσι και θα περάσουμε καλά εμείς οι δυο από δω και πέρα. Σκουπίσου τώρα, ντύσου και τρέχα στον μαλάκα τον άνδρα σου. Την επόμενη φορά θα σε γαμίσω στην κρεβατοκάμαρα του σπιτιού σου!» «Είσαι μεγάλο καθίκι!» αναφωνησα όταν είχα ηρεμήσει από το γαμίσι και συνειδητοποίησα τι συνέβη. «Εγώ είμαι μεγάλο καθίκι και εσύ μεγάλη πουτάνα» μου απαντάει αμέσως και χώνει ένα δάχτυλο στο στόμα μου. Του το δάγκωσα, και αποτραβήχτηκε.

Γέλασε ειρωνικά, έσκυψε και μου ψιθύρισε στο αυτί. «Αν το ξανακάνεις αυτό, θα δείξω στον άνδρα σου την σκισμένη κιλότα. Να’την, αυτήν εδώ!» Την ίδια στιγμή παίρνει στα χέρια του το κομμένο στρινγκ, και το έβαλε στην τσέπη του σακακιού του. «Ετσι κι αλλιώς δεν μπορείς να το φορέσεις. Θα το κρατήσω για λάφυρο. Είναι το πρώτο μου ενθύμιο» λέει και γελάει δυνατά. Σαν ελατήριο πετάχτηκα πάνω. Οργισμένη και ανήσυχη, έβγαλα μερικά χαρτομάντηλα από την τσάντα μου και άρχισα να σκουπίζομαι. «Μόνο το πρόσωπό σου σκούπισε. Τις χυσιές να τις αφήσεις πάνω στο μουνί σου!» με διέταξε και αυτό με έκανε έξαλλη. «Τι λές βρε μαλάκα, ρε αλήτη. Κάναμε ότι κάναμε, δεν θα σ’αφησω να με καταστρεψεις, να με καταλάβει ο άνδρας μου.» Ο Μάνος ήταν απτόητος. «Μην φοβάσαι, δεν θα πάρει χαμπάρι ο άνδρας σου. Στο σπίτι θα κάνεις μπάνιο και μετά θα σε γαμήσει καθαρή ο μαλάκας. Τι να σε γαμίσει δηλαδή, εσύ για να χορτάσεις, θέλεις τον δικό μου πούτσο!»
Άρχισα να βάζω το καλτσόν, αυτό που πριν από λίγο το είχε χώσει μέσα στο μουνί μου μαζί με τον πούτσο του. Ψηλά υπήρχε ένας λεκές, ευτυχώς καλυπτόταν από την φούστα. Κατέβασα την φούστα όσο γινόταν πιο χαμηλά, έφτιαξα το σουτιέν, την μπλούζα μου, λίγο μεικαπ στο πρόσωπο, τα μαλλιά μου που ήταν ανακατεμένα, έβαλα τις γόβες και έτρεξα χωρίς να πω κουβέντα στην πόρτα. Την ώρα που άνοιγα την πόρτα και βγαίνοντας από το γραφείο τον άκουγα να φωνάζει και να γελάει. «Πουτάνα, θα με παρακαλάς να σε γαμάω. Παρτούζα θα σε πάρω με έναν κολλητό μου, μέσα στο σπίτι σου!!» Έφυγα τρέχοντας στον διάδρομο, ούτε που κατάλαβα πότε ανέβηκα τα σκαλοπάτια. Άνοιξα την πόρτα και μπήκα στην αίθουσα.
Μεγάλη βαβούρα, όλοι σχεδόν έπιναν και ήταν στον κόσμο τους. Πόσο είχα λείψει; Είκοσι λεπτά; Παραπάνω; Μισή ώρα δεν ήταν. Μέσα στον κόσμο (καμιά τριανταριά άνδρες και γυναίκες) πλησιάζω προς την παρέα του άνδρα μου. Εγώ ήμουν έτοιμη να του πω καμία δικαιολογία, ότι πήγα στην τουαλέτα κλπ, και αυτός στον κόσμο του! Ούτε που κατάλαβε ότι έλειπα! «Καλώς την γυναικούλα μου. Ελα εδώ καλέ να διαλέξεις κανένα cd. Υπάρχει κόσμος που θέλει να χορέψει!» «Βρε, τον μαλάκα σκέφτηκα. Εγώ του γαμιόμουνα κάτω από την μύτη του και αυτός θέλει να του βάλω μουσική.» είπα μέσα μου.
Μαζί με την γυναίκα ενός συναδέλφου του άνδρα μου, ξεχωρίσαμε τα cd και βάλαμε πρώτα ένα με τον Μητροπάνο. Ζειμπέκικα, κάνα – δυο άνδρες άρχισαν να ρίχνουν τις στροφές τους. Εγώ αισθανόμουν πολύ άβολα. Χωρίς κυλοτάκι, με το μουνί μου γύρω γύρω πασαλειμένο με το σπέρμα του Μάνου. Πρόσεχα τις κινήσεις μου, δεν έπρεπε με τίποτα να καθίσω. Ούτε καν να χορέψω, σε οποιαδήποτε κίνηση, το θέαμα που θα αποκαλυπτόταν θα συνιστούσε σκάνδαλο.

Της Νικης Κ.

Share.

Comments are closed.