Γράφει ο Γιάννης Χατζηιωαννίδης
Η επιστροφή των κουμπιών στα αυτοκίνητα δεν είναι πισωγύρισμα· είναι μια πράξη λογικής και φροντίδας για τον οδηγό. Στον κόσμο της αυτοκίνησης, όπου οι οθόνες αφής και τα ψηφιακά ταμπλό κυριάρχησαν για χρόνια, η εμπειρία της οδήγησης συχνά θυσιάστηκε στο όνομα της τεχνολογικής φαντασμαγορίας. Η πραγματικότητα όμως έδειξε ότι η άνεση δεν ταυτίζεται πάντα με τη μαγεία ενός iPad πάνω στο ταμπλό. Οι οδηγοί σύντομα διαπίστωσαν ότι οι τεράστιες, ενιαίες οθόνες δεν προσέφεραν μόνο λειτουργικότητα, αλλά και κόπωση. Η άμεση ρύθμιση της μουσικής ή της θερμοκρασίας μετατράπηκε σε μια ακριβή, αποσπαστική διαδικασία, όπου το βλέμμα απομακρύνεται από το δρόμο και η χειρονομία γίνεται ψυχρή και σκόπιμη. Το αυτονόητο έγινε τεστ συγκέντρωσης. Η Hyundai ήταν από τις πρώτες εταιρείες που παραδέχθηκαν το λάθος. Ο Ha Hak-soo, αντιπρόεδρος σχεδιασμού της Hyundai Design North America, παραδέχτηκε ότι η εταιρεία παρασύρθηκε από τον «παράγοντα wow» των τεράστιων οθονών, μόνο για να διαπιστώσει ότι οι οδηγοί στις δοκιμές τους δεν εντυπωσιάστηκαν· εκνευρίστηκαν. Ένα άγγιγμα σε μια οθόνη χωρίς απτική ανάδραση απαιτεί πολλά «tap» εκεί όπου ένα απλό κουμπί θα αρκούσε. Η επιστροφή στα φυσικά κουμπιά και τους περιστροφικούς διακόπτες για βασικές λειτουργίες δεν είναι απλώς μια αναδίπλωση· είναι αναγνώριση των αναγκών του οδηγού.
Η ιστορία των οθονών αφής στα αυτοκίνητα ξεκινά το 1986 με το Buick Riviera, ένα μικρό καθοδικό κουτί 3×4 ιντσών που περισσότερο θύμιζε τηλεόραση παρά εργαλείο οδήγησης. Από τότε, οι οθόνες μεγάλωσαν, οι δυνατότητες πολλαπλασιάστηκαν, και τα ταμπλό μετατράπηκαν σε ψηφιακά πεδία όπου ο οδηγός μπορούσε να ρυθμίσει τα πάντα, από τη μουσική μέχρι τις ρυθμίσεις επιδόσεων. Η Tesla πήγε ακόμα παραπέρα, επιτρέποντας στον οδηγό να παίζει βιντεοπαιχνίδια μέσα στο αυτοκίνητο. Το μέλλον έμοιαζε συναρπαστικό — αλλά και κουραστικό. Έρευνες όπως της JD Power έδειξαν πτώση στη συνολική ικανοποίηση των ιδιοκτητών ΙΧ για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, κυρίως λόγω των περίπλοκων οθονών αφής. Η ασφάλεια επίσης τίθεται σε κίνδυνο· οι οδηγοί που αποσπώνται από τον δρόμο για να ρυθμίσουν πλοήγηση ή μουσική χάνουν δευτερόλεπτα κρίσιμα για την οδήγηση. Ένα απλό κουμπί, αντίθετα, βρίσκει θέση με την αφή, χωρίς να αποσπάται το βλέμμα. Γι’ αυτό και ο ευρωπαϊκός οργανισμός NCAP ξεκίνησε να δίνει πεντάστερη βαθμολογία μόνο σε αυτοκίνητα με φυσικά χειριστήρια για βασικές λειτουργίες.
Η επιστροφή στα κουμπιά δεν είναι απλώς τεχνολογική επιλογή· είναι δήλωση σεβασμού προς τον οδηγό. Η Porsche, η Volkswagen και η Nissan ακολουθούν πλέον την ίδια λογική, αναγνωρίζοντας ότι η πολυτέλεια δεν σημαίνει αποξένωση, αλλά λογική και άνεση. Οι οδηγοί δεν ζητούν τεχνολογικό μινιμαλισμό· ζητούν εργαλεία που μπορούν να χρησιμοποιήσουν χωρίς σκέψη, χωρίς άγχος, χωρίς να θυσιάζουν την ασφάλεια. Σε έναν κόσμο όπου οι οθόνες προσκαλούν συνεχώς σε σκέψη και αλληλεπίδραση, η επαναφορά της απτής χειρονομίας γίνεται πολυτέλεια. Οι αυτοκινητοβιομηχανίες που το κατανοούν δεν κάνουν βήμα πίσω στην τεχνολογία· κάνουν βήμα μπροστά προς τον άνθρωπο. Και ίσως, τελικά, το μέλλον της οδήγησης να είναι λιγότερο ψηφιακό, αλλά πολύ πιο ανθρώπινο, απλό και εμπιστοσύνης.