Γράφει ο Γιάννης Χατζηιωαννίδης
Για δεκαετίες η τουρκική Super Lig θεωρούνταν ένας προορισμός για αστέρες που είχαν αφήσει πίσω τους τις μεγάλες δόξες της καριέρας τους. Από τον Ντάριους Βασέλ και τον Ντάνι Ντρινκγουότερ έως τον Ρομπέρτο Κάρλος και τον Ρόμπιν φαν Πέρσι, η Τουρκία έμοιαζε με «καταφύγιο γεμάτο χρήματα αλλά χωρίς ευρωπαϊκές φιλοδοξίες». Το καλοκαίρι του 2025, όμως, αυτή η εικόνα ανατράπηκε πλήρως. Με καθαρή δαπάνη 172,7 εκατομμυρίων ευρώ, η Super Lig κατέγραψε την τρίτη μεγαλύτερη επένδυση στον κόσμο πίσω μόνο από την Premier League και τη Saudi Pro League, αφήνοντας πίσω παραδοσιακές δυνάμεις όπως η Serie A, η La Liga και η Ligue 1. Το ερώτημα είναι προφανές: γιατί ξαφνικά πέφτουν τόσα λεφτά στο τουρκικό ποδόσφαιρο;
Οι κινήσεις που άλλαξαν το σκηνικό
Η Γαλατάσαραϊ και η Φενερμπαχτσέ πρωταγωνίστησαν σε ένα μεταγραφικό καλοκαίρι που θύμιζε «μεγάλα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα». Η Γαλατά έσπασε τρεις φορές το ρεκόρ μεταγραφής στην Τουρκία, αποκτώντας τον Βίκτορ Οσιμέν από τη Νάπολι (75 εκατ. ευρώ), τον Βιλφρίντ Σινγκό από τη Μονακό (30,8 εκατ.) και τον διεθνή τερματοφύλακα Ουγκουρτζάν Τσακίρ από την Τράμπζονσπορ (27,5 εκατ.). Παράλληλα πρόσφερε στον Λιρόι Σανέ καθαρές αποδοχές 9 εκατ. ευρώ ετησίως, ποσά που μέχρι πρότινος θεωρούνταν απλησίαστα για τουρκικούς συλλόγους. Η Φενερμπαχτσέ, από την άλλη, δαπάνησε 22,5 εκατ. ευρώ για τον Κερέμ Ακτούρκογλου και πρόσθεσε στο ρόστερ της μεγάλα ονόματα όπως ο Έντερσον, ο Μάρκο Ασένσιο και ο Μίλαν Σκρίνιαρ.
Οικονομική μηχανική και «νέα ανεξαρτησία»
Πίσω από το μεταγραφικό μπαράζ κρύβονται στρατηγικές κινήσεις στο οικονομικό πεδίο. Η Γαλατάσαραϊ πούλησε το ιστορικό της προπονητικό κέντρο στη Φλόρια έναντι 480 εκατ. ευρώ, εξοφλώντας μακροπρόθεσμα δάνεια και τόκους. Η Φενερμπαχτσέ ρευστοποίησε ακίνητο 61.000 τ.μ. στο Ατασεχίρ, εισέπραξε 90 εκατ. ευρώ, βγήκε από το καθεστώς αναδιάρθρωσης χρεών και εξασφάλισε δεκαετή χορηγικά deals αξίας 160 εκατ. ευρώ. Αποτέλεσμα; Τα έσοδά της εκτινάχθηκαν από 175 σε 350 εκατ. ευρώ. Οι δύο «αιώνιοι» της Κωνσταντινούπολης δείχνουν πλέον ότι έχουν απαλλαγεί από τις πιέσεις των τραπεζών και χαράσσουν στρατηγική με πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Το φορολογικό πλεονέκτημα
Ένα από τα μεγάλα όπλα της Τουρκίας είναι το ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς. Οι παίκτες με υψηλά συμβόλαια πληρώνουν λιγότερους φόρους σε σχέση με χώρες όπως η Ιταλία, η Γαλλία ή η Ισπανία. Έτσι, για να προσφέρει ένας τουρκικός σύλλογος καθαρά 15 εκατ. ευρώ σε έναν παίκτη όπως ο Οσιμέν, το μικτό κόστος είναι αισθητά χαμηλότερο απ’ ό,τι σε άλλες ευρωπαϊκές αγορές. Αυτό κάνει τη Super Lig ιδιαίτερα ελκυστική ακόμη και για ποδοσφαιριστές στο απόγειο της καριέρας τους.
Η αγωνιστική πρόκληση
Όλα αυτά, όμως, πρέπει να μεταφραστούν και σε αποτελέσματα μέσα στο γήπεδο. Μέχρι στιγμής, η εικόνα δεν είναι ιδανική: η Γαλατά ηττήθηκε με 5-1 από την Άιντραχτ Φρανκφούρτης στο Champions League, η Φενερμπαχτσέ αποκλείστηκε στα προκριματικά από τη Μπενφίκα και η Μπεσίκτας γνώρισε πρόωρο αποκλεισμό από τη Λωζάνη στο Conference League. Από το μακρινό 2000, όταν η Γαλατά κατέκτησε το Κύπελλο UEFA, μόλις δύο τουρκικές ομάδες έφτασαν σε προημιτελικά ευρωπαϊκής διοργάνωσης. Η κακή διεθνής κατάταξη της Super Lig (20ή στον κόσμο σύμφωνα με την Opta) δείχνει ότι η ποιότητα του πρωταθλήματος δεν συμβαδίζει ακόμη με τα μεγάλα συμβόλαια.
Η νέα γενιά παικτών
Η μεταγραφή του Βίκτορ Οσιμέν αποτελεί «σημείο καμπής». Στα 26 του, με 37 γκολ σε 41 εμφανίσεις με τη Νάπολι, δεν ανήκει στην κατηγορία των «βετεράνων». Μαζί με τον Σανέ και τον Ασένσιο, συμβολίζουν μια στροφή: η Τουρκία δεν προσελκύει πλέον μόνο ποδοσφαιριστές στο τέλος της διαδρομής, αλλά και εκείνους που βρίσκονται στο peak. Αυτό μπορεί να αλλάξει ριζικά την εμπορική δυναμική της λίγκας, να ενισχύσει τα τηλεοπτικά δικαιώματα και να τραβήξει το ενδιαφέρον διεθνών φιλάθλων.
Το μεγάλο στοίχημα
Το τουρκικό ποδόσφαιρο μπαίνει σε μια νέα εποχή. Η μεγάλη πρόκληση είναι αν η Super Lig θα παραμείνει μια «σαπουνόπερα» με έντονες ίντριγκες και προσωρινές εκρήξεις ή αν θα εξελιχθεί σε πραγματικό ανταγωνιστή των κορυφαίων ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων. Το στοίχημα είναι ξεκάθαρο: θα αποδειχθούν οι Οσιμέν, Σανέ και Ασένσιο βιτρίνα μιας πρόσκαιρης φούσκας ή οι θεμέλιοι λίθοι μιας νέας δύναμης στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο; Οι επόμενες σεζόν στο Champions League θα δώσουν την απάντηση.