Ήταν μια νύχτα ήρεμη, γλυκιά σαν το μέλι, όταν η μικρή Νεφέλη περπάτησε σιωπηλή στον κήπο της. Τα αστέρια λαμποκοπούσαν ψηλά, κι ο αέρας μύριζε φρεσκάδα, αλλά κάτι βαραίνει στην καρδιά της, σαν ένα αόρατο σύννεφο θλίψης. Και τότε, στο παλιό, μεγάλο δέντρο — μια αρχαία ελιά με ρίζες που έσφιγγαν τη γη εδώ και εκατοντάδες χρόνια — άκουσε μια φωνή. Μια φωνή βαθιά και ζεστή, που δεν ήταν ούτε ανθρώπινη ούτε ζώου, αλλά η ίδια η Γη που μιλούσε.
«Νεφέλη μου,» άρχισε η φωνή, απαλή σαν το χάδι της άνοιξης. «Είμαι η Γη, η μάνα σου, η φύση που σε κρατάει αγκαλιά από τη μέρα που γεννήθηκες. Κάποτε, ήμουν γεμάτη ζωή, χαρά και όνειρα. Τα ποτάμια τραγουδούσαν, η θάλασσα καθρεφτιζόταν σαν καθρέφτης, και ο ήλιος έκαιγε απαλά το δέρμα σου, χωρίς να πονάει».
Η φωνή της Γης έγινε πιο σιωπηλή, σαν να φυλάει ένα μεγάλο μυστικό.
«Μα βλέπεις, η απληστία του ανθρώπου με πλήγωσε βαθιά. Άρχισαν να παίρνουν χωρίς να δίνουν, να παίρνουν όλο και πιο πολύ, χωρίς να σκεφτούν την αγάπη που χρειάζομαι για να ζήσω. Έκοψαν τα δέντρα μου, ρύπαναν τα νερά μου, και γέμισαν τους ωκεανούς μου με πλαστικά σκουπίδια».
Η Νεφέλη άκουγε με προσοχή, νιώθοντας ένα μούδιασμα στο στομάχι της. Την επόμενη μέρα, γύρισε ξανά στην ελιά, με το πρόσωπό της να είναι σκυθρωπό και τα μάτια της γεμάτα απορία.
«Πες μου, Γη μου» είπε «γιατί η θάλασσα είναι γεμάτη με τόσα σκουπίδια; Πώς μπορούν τα ψάρια να κολυμπούν ανάμεσα σε πλαστικά που δεν σπάνε ποτέ;»
Η φωνή της Γης έγινε λυπημένη, σαν ένα απαλό κύμα που σκάει στην ακτή.
«Η θάλασσα είναι η καρδιά μου που πάσχει. Τα πλαστικά είναι σαν πληγές που δεν κλείνουν, δηλητηριάζουν τα πλάσματά μου και τρυπούν την ψυχή μου. Κι όμως, όταν τα παιδιά σαν εσένα μαζεύουν τα σκουπίδια και μαθαίνουν να σέβονται το νερό, ένα φως ελπίδας ανάβει». Κάθε μέρα η Νεφέλη γύριζε στην ελιά και έφερνε μαζί της καινούργιες ερωτήσεις:
«Γιατί ο ήλιος καίει τόσο δυνατά τώρα;»
«Γιατί οι εποχές μπερδεύονται και η άνοιξη έρχεται μαζί με τον καύσωνα;»
«Πώς μπορεί να σώσει κανείς τα ζώα που χάνουν το σπίτι τους;»
Η ελιά απαντούσε με λόγια γεμάτα σοφία και εικόνες:
«Ο ήλιος θυμώνει γιατί ο αέρας έχει γεμίσει με καυσαέρια που τον κάνουν πιο δυνατό και άγριο. Οι εποχές μπερδεύονται γιατί η Γη δεν μπορεί πια να αναπνεύσει σωστά, και τα ζώα χάνονται επειδή εμείς τα διώχνουμε από τα δάση και τις θάλασσες».
Μια μέρα, καθώς η Νεφέλη καθόταν κάτω από τα μεγάλα κλαδιά της ελιάς, ένιωσε το δέντρο να τη σφίγγει απαλά με τα κλαδιά του, σαν μια μητρική αγκαλιά.
«Μην φοβάσαι, μικρή μου» είπε η Γη «η αλλαγή ξεκινάει από μέσα μας. Από την αγάπη, τη φροντίδα, την πίστη σε έναν κόσμο καλύτερο. Εσύ είσαι το φως που θα φωτίσει το σκοτάδι».
Η Νεφέλη έκλεισε τα μάτια της, ένιωθε πως είχε γίνει κομμάτι της γης, του ήλιου και της θάλασσας.
Και έτσι, με κάθε μέρα που περνούσε, το κοριτσάκι που κάποτε δεν έδινε σημασία στα σκουπίδια, τώρα μάζευε ένα-ένα τα χαμένα κομμάτια του κόσμου, ενώ η φωνή της Γης τραγουδούσε απαλά στο αυτί της:
«Μικρές πράξεις αγάπης φέρνουν μεγάλες αλλαγές».
Η συνομιλία με τη χελώνα της θάλασσας
Ήταν ένα πρωινό γεμάτο φως όταν η Νεφέλη βρέθηκε στην ακροθαλασσιά. Τα κύματα γλύκαιναν απαλά τα πόδια της και εκεί, ανάμεσα στα βότσαλα, μια παλιά χελώνα ανέπνεε βαριά.
«Γεια σου, μικρή μου» είπε η χελώνα με φωνή βαθιά και αργή, σαν τους ρυθμούς της θάλασσας. «Κάποτε, ήμουν ελεύθερη να κολυμπώ στα καθαρά νερά, να νιώθω τον άνεμο να με οδηγεί, αλλά τώρα… βλέπω πλαστικά που μοιάζουν με μέδουσες και παγιδεύουν τους φίλους μου».
Η Νεφέλη λύγισε το γόνατό της και τη χάιδεψε απαλά.
«Τι μπορώ να κάνω για να σε βοηθήσω;» ρώτησε με αποφασιστικότητα.
Η χελώνα χαμογέλασε, παρά τη λύπη της.
«Μάζεψε τα σκουπίδια που βλέπεις, μάθε τους φίλους σου να μην τα πετούν στη θάλασσα. Κάθε μικρή πράξη έχει δύναμη».
Η φωνή του ήλιου
Μια μέρα, καθώς ο ήλιος ανέβαινε ψηλά, ζεστός και λαμπερός, η Νεφέλη ένιωσε τον ηλιο να την κοιτάει με μια έκφραση που δεν είχε ξαναδεί.
«Γιατί ο ήλιος καίει τόσο δυνατά;» ρώτησε το κορίτσι, σηκώνοντας το βλέμμα προς τον ουρανό.
«Εγώ είμαι ο ήλιος» είπε μια φωνή που έμοιαζε να ζεσταίνει την καρδιά της «και νιώθω κουρασμένος. Τα καυσαέρια που γεμίζουν την ατμόσφαιρα παγιδεύουν τη ζέστη μου και τη γυρίζουν πίσω στη Γη σαν μια κάψα που δεν αφήνει να ανασάνει. Έτσι η ζέστη γίνεται αφόρητη και τα πλάσματα μου υποφέρουν».
«Μπορώ να κάνω κάτι γι’ αυτό;» ρώτησε η Νεφέλη.
«Ναι» απάντησε ο ήλιος με ήρεμη δύναμη «αν αγαπήσεις και προστατεύσεις τη Γη και τους ανθρώπους γύρω σου, μπορείς να γίνεις η φωτιά που ζεσταίνει και όχι η φλόγα που καίει».
Την επομένη η Νεφέλη στάθηκε στην άκρη του δάσους. Συνάντησε ένα σύννεφο από πολύχρωμες πεταλούδες που πετούσαν γύρω της.
«Γεια σου, Νεφέλη!» ψιθύρισαν οι πεταλούδες. «Είμαστε οι φύλακες των λουλουδιών και των δασών. Χωρίς δέντρα, δεν έχουμε σπίτι, χωρίς καθαρό αέρα, δεν έχουμε ζωή».
«Τι μπορώ να κάνω για να βοηθήσω;» ξαναρώτησε η μικρή.
«Φρόντισε τα δέντρα, μη κόβεις τα λουλούδια, και μάθε τους άλλους να αγαπούν τη φύση όπως εμείς» απάντησαν με έναν χαρούμενο χορό γύρω της.
Ο ήλιος άρχιζε να κατεβαίνει πίσω από τους λόφους, ρίχνοντας χρυσές ανταύγειες πάνω στα φύλλα των δέντρων. Η Νεφέλη στεκόταν στην άκρη της μικρής πλατείας του χωριού, όπου περίμενε μια ομάδα παιδιών που είχε μαζευτεί αργά αλλά σταθερά. Τα μάτια τους ήταν μεγάλα και γεμάτα περιέργεια, ενώ τα χέρια τους έτρεμαν ελαφρά από την ανυπομονησία.
«Ελάτε πιο κοντά, μην φοβάστε» είπε η Νεφέλη, και το χαμόγελό της είχε τη γλυκύτητα μιας μητρικής φωνής.
«Σήμερα θα σας πω μια ιστορία. Μια ιστορία που άλλαξε τη ζωή μου… και μπορεί να αλλάξει και τη δική σας».
Τα παιδιά πλησίασαν σιγά σιγά, καθισμένα σε κύκλο πάνω στο μαλακό γρασίδι, τα μάγουλά τους ρόδινα από το παιχνίδι και τη ζεστασιά της μέρας.
«Όταν ήμουν μικρή σαν εσάς, αγαπούσα να παίζω στην παραλία», άρχισε η Νεφέλη, «αλλά δεν είχα μάθει ακόμα να σέβομαι τη φύση. Έριχνα τα σκουπίδια μου όπου να ‘ναι, δεν ήξερα πως αυτά θα μπορούσαν να κάνουν κακό στα ψάρια και στα πουλιά».
Ένα κοριτσάκι με κοτσίδες, η Μαρία, σήκωσε το χέρι της διστακτικά.
«Νεφέλη, δεν φοβήθηκες ποτέ πως η γη θα σε μαλώσει;»
Η Νεφέλη γέλασε απαλά.
«Ήταν σαν να μην την άκουγα. Όμως μια νύχτα, όταν όλα ήταν ήσυχα και σκοτεινά, ένιωσα κάτι… σαν μια ψιθυριστή φωνή. Ήταν η γη που μου μιλούσε μέσα από το φύλλωμα μιας μεγάλης ελιάς, κοντά στο σπίτι μου».
Τα παιδιά αναστέναξαν, γοητευμένα από την εικόνα.
«Η ελιά ήταν παλιά και σοφή» συνέχισε η Νεφέλη, «μου είπε για τη ζέστη που καίει τον κόσμο μας, για τις θάλασσες που ανεβαίνουν και καταπίνουν τις ακτές, για τα ζώα που τρέχουν φοβισμένα γιατί χάνουν το σπίτι τους. Μου μίλησε για την απληστία των ανθρώπων, πώς πολλές φορές παίρνουν χωρίς να δίνουν πίσω».
Ο Μάκης, ο πιο ζωηρός του γκρουπ, έκανε μια γκριμάτσα απορίας.
«Αλλά γιατί οι άνθρωποι δεν προσέχουν;»
«Είναι εύκολο να ξεχάσεις», απάντησε η Νεφέλη, «ή να πιστεύεις πως το πρόβλημα δεν είναι δικό σου. Αλλά κάθε μικρή πράξη μετράει, ακόμα κι η δική σας».
Ένα ελαφρύ αεράκι φύσηξε ανάμεσα στα δέντρα, και το φύλλο μιας ελιάς τρέμουλοσε και έπεσε μπροστά τους.
«Θα σας πω κάτι ακόμα,» είπε η Νεφέλη, σκύβοντας προς τα παιδιά, σαν να τους εμπιστεύεται ένα μεγάλο μυστικό.
«Η γη έχει καρδιά και φωνή, αλλά εμείς είμαστε οι φύλακές της. Μπορούμε να την προστατέψουμε φυτεύοντας δέντρα, μαζεύοντας τα σκουπίδια, και μαθαίνοντας σε άλλους πώς να τη σέβονται».
Η Μαρία σηκώθηκε όρθια, με τα μάτια φωτεινά.
«Θέλω να βοηθήσω! Μπορούμε να ξεκινήσουμε από το σχολείο μας;»
«Ακριβώς!» φώναξε η Νεφέλη, γεμάτη περηφάνια. «Κάθε μικρό βήμα κάνει τη διαφορά. Μαζί μπορούμε να σώσουμε το σπίτι μας, τη γη μας».
Τα παιδιά άρχισαν να μιλούν μεταξύ τους, γεμάτα ζωντάνια και σχέδια. Η Νεφέλη κοίταξε ψηλά στον ουρανό, όπου το πρώτο αστέρι έκανε την εμφάνισή του.
«Το ταξίδι μας μόλις ξεκίνησε,» σκέφτηκε. «Κι όλοι μαζί, μικροί και μεγάλοι, μπορούμε να αλλάξουμε τον κόσμο».
Την επόμενη μέρα στο σχολείο, οταν χτύπησε το κουδούνι χτύπησε ξανά, τα παιδιά έτρεξαν έξω στην αυλή, όπου οι ήχοι από τα γέλια και τις φωνές τους γέμιζαν τον αέρα. Η Νεφέλη στάθηκε στο κέντρο της ομάδας, τα μάτια της γεμάτα αποφασιστικότητα και ελπίδα.
«Παιδιά,» άρχισε με φωνή που ξεχώριζε από το θόρυβο «ήρθε η ώρα να κάνουμε κάτι πραγματικό για τον πλανήτη μας».
Ο Μάκης, που πάντα ήταν ο πιο ζωηρός, κούνησε το κεφάλι με ενθουσιασμό.
«Τι μπορούμε να κάνουμε; Να μαζέψουμε τα σκουπίδια;»
Η Νεφέλη χαμογέλασε.
«Ακριβώς! Αλλά και πολλά άλλα. Να φυτέψουμε δέντρα, να εξοικονομήσουμε νερό και ρεύμα, να μάθουμε σε όλους πόσο σημαντικό είναι να αγαπάμε και να φροντίζουμε τη φύση».
Μια μικρή φωνούλα ακούστηκε από την άλλη άκρη της αυλής. Η Μαρία σηκώθηκε όρθια.
«Θέλω να κάνω κάτι για τα ζώα που ζουν κοντά μας. Να φτιάξουμε σπιτάκια για τα πουλιά!»
Η Νεφέλη έλαμψε από χαρά.
«Υπέροχη ιδέα, Μαρία! Κάθε μικρό βήμα είναι σημαντικό».
Ένα-ένα τα παιδιά άρχισαν να μοιράζουν τις ιδέες τους. Ο Νίκος πρότεινε να οργανώσουν μέρες καθαρισμού στην παραλία, η Ελένη ήθελε να φτιάξουν αφίσες και να μιλήσουν στους μεγαλύτερους, ενώ η μικρή Λία, με τα μεγάλα της μάτια, ζήτησε να φυτέψουν λουλούδια στην αυλή του σχολείου.
Η δασκάλα τους, που παρακολουθούσε από μακριά, χαμογέλασε συγκινημένη. Πλησίασε και είπε: «Παιδιά, η φύση σας εμπιστεύεται. Σας δίνει μια ευκαιρία να γίνετε φύλακές της».
Η Νεφέλη ένιωσε την καρδιά της να γεμίζει ζεστασιά. Ήξερε πως ήταν η αρχή ενός μεγάλου ταξιδιού. Μαζί, μικροί και μεγάλοι, θα άλλαζαν τον κόσμο, ένα δέντρο, ένα χαμόγελο, μια πράξη αγάπης κάθε φορά. Και τρεις μέρες μετά τα παιδιά ήταν έτοιμα για την πρώτη τους δράση. Η ανοιξιάτικη μέρα είχε απλωθεί αργά, σαν ένας απαλός καμβάς ζωγραφικής, πάνω στο μικρό δασάκι. Το φως του ήλιου διείσδυε μέσα από τα πυκνά φύλλα, δημιουργώντας μοτίβα χρυσού και σκιάς στο έδαφος που μοσχομύριζε φρεσκοχωμένο χώμα και αγριολούλουδα. Η γη, ζωντανή και ζεστή, ανασαίνει αργά, καλωσορίζοντας την ευγενική αυτή συντροφιά που ήρθε να τη φροντίσει. Η Νεφέλη στάθηκε σιωπηλή για μια στιγμή, αναπνέοντας βαθιά το άρωμα της φύσης και νιώθοντας το παλμό της γης κάτω από τα πόδια της. Τα μάτια της λάμπανε από μια βαθιά συγκίνηση, καθώς κοίταζε γύρω της τους μικρούς φίλους της, την ομάδα που είχε δημιουργήσει, μια ομάδα παιδιών που τώρα, με καρδιά γεμάτη αγάπη, έφερναν ζωή στο δάσος.
«Κάθε σπόρος που φυτεύουμε εδώ είναι μια υπόσχεση. Μια υπόσχεση για το αύριο, για το μέλλον αυτού του κόσμου. Τα δέντρα που φυτεύουμε δεν είναι μόνο δέντρα. Είναι φρουροί του αέρα που αναπνέουμε, φρουροί των ποταμών, φρουροί της ζωής».
Τα παιδιά ακούμπησαν τρυφερά τα μικρά δέντρα στο χώμα, με τα χεράκια τους γεμάτα λάσπη, χαμογελώντας με την αθωότητα και τη ζωντάνια της νεότητας. Ο Μάριος, γεμάτος ενθουσιασμό, έσκαβε με μανία και φώναξε, γελώντας:
«Θα φυτέψω το πιο ψηλό δέντρο στο δάσος! Θα φτάνει ως τα σύννεφα!»
«Κι εγώ», είπε η μικρή Ελπίδα, «θα ποτίζω κάθε μέρα τα δεντράκια μας με όλο μου το νερό και την αγάπη μου!»
Και ενώ μιλούσε, το μικρό δοχείο νερού κύλισε από τα χέρια της, χύνοντας νερό στα πόδια της. Γέλασε ντροπαλά και η Νεφέλη την αγκάλιασε γλυκά:
«Δεν πειράζει, Ελπίδα. Κάθε λάθος είναι μια ευκαιρία να μάθουμε. Η αγάπη για τη φύση δεν έχει όρια και δεν φοβάται τις μικρές ατέλειες».
Η στιγμή ήταν γεμάτη ζωή. Τα πουλιά κελαηδούσαν ξέγνοιαστα ψηλά στα κλαδιά, και μια απαλή μελωδία φύσης ακούγονταν, σαν ένα αόρατο τραγούδι που μόνο η καρδιά μπορούσε να καταλάβει. Ένας παλιός δρυς, επιβλητικός και σοφός, σα να είχε ξυπνήσει από βαθύ ύπνο, κούνησε τα τεράστια κλαδιά του με έναν θρόισμα που έμοιαζε με γέλιο σαν να ευλογούσε το έργο των παιδιών.
«Η γη μας μιλάει μέσα από τα δέντρα της, τα ποτάμια της, ακόμα και μέσα από το απαλό αεράκι», συνέχισε η Νεφέλη, ενώ ένα αίσθημα γαλήνης απλωνόταν γύρω της.
«Κάθε φορά που φροντίζουμε αυτή τη γη, φυτεύουμε ελπίδα. Και η ελπίδα μεγαλώνει μαζί με τα δέντρα που τώρα τοποθετούμε εδώ».
Οι μικροί φύλακες της φύσης κοίταζαν γύρω τους με μάτια γεμάτα δέος. Ήξεραν πως αυτό που έκαναν ήταν πολύ περισσότερο από ένα παιχνίδι, ήταν μια πράξη αγάπης, μια μικρή επανάσταση ενάντια στην αδιαφορία και την καταστροφή. Καθώς το τελευταίο δέντρο βρήκε τη θέση του στη γη, η Νεφέλη σήκωσε το κεφάλι της στον ουρανό, και με μια φωνή που έμοιαζε να αντηχεί μέσα στη σιωπή του δάσους, είπε: «Αυτά τα δέντρα θα ζήσουν μαζί μας, θα μεγαλώσουν και θα προστατεύουν τη γη όπως εμείς ορκιζόμαστε να την προστατεύουμε. Γιατί η φύση δεν είναι μόνο το σπίτι μας. Είναι η καρδιά μας».
Η ομάδα των παιδιών γύρισε με τις καρδιές τους γεμάτες φως και όνειρα. Το δασάκι, τώρα πιο ζωντανό από ποτέ, τους έστελνε μια σιωπηλή υπόσχεση. Μια υπόσχεση για το μέλλον, ένα μέλλον όπου η αγάπη για τη γη θα ήταν η πιο δυνατή δύναμη στον κόσμο.
Κεφάλαιο 2
Η Νεφέλη μεγάλωσε μέσα σε έναν κόσμο που άρχιζε να αλλάζει με ανησυχητικούς ρυθμούς. Από εκείνο το κοριτσάκι που κάποτε δεν έδινε σημασία στα σκουπίδια στην παραλία, έγινε μια νέα γυναίκα που αγαπούσε και σεβόταν βαθιά τη φύση. Η περιέργεια και η αγάπη της για τον πλανήτη την οδήγησαν στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα, όπου σπούδασε περιβαλλοντικές επιστήμες με πάθος και αφοσίωση. Οι μέρες της στο πανεπιστήμιο δεν ήταν μόνο γεμάτες διαλέξεις και βιβλία. Ήταν γεμάτες εμπειρίες, πεδία έρευνας σε δάση και ακτές, συζητήσεις με καθηγητές και συμφοιτητές, και κυρίως, μια βαθιά συνειδητοποίηση της σοβαρότητας της κατάστασης που αντιμετώπιζε η Γη. Δεν ήταν εύκολο· πολλές φορές ένιωθε μικρή και αδύναμη μπροστά σε τόσες απειλές. Όμως, κάθε δυσκολία ήταν για εκείνη ένα κίνητρο να μάθει και να αγωνιστεί περισσότερο.
Μετά την αποφοίτησή της, η Νεφέλη δεν περιορίστηκε στα ακαδημαϊκά πλαίσια. Έγινε ενεργό μέλος πολλών περιβαλλοντικών οργανώσεων, οργάνωσε καθαρισμούς ακτών και δασών, και ξεκίνησε προγράμματα ευαισθητοποίησης για μικρά παιδιά και κοινότητες. Οι ιδέες της ταξίδευαν πέρα από τα σύνορα, και σύντομα κέρδισε την αναγνώριση διεθνών φορέων για τη δράση και τις πρωτοβουλίες της. Η φωνή της άρχισε να ακούγεται δυνατά σε μεγάλα συνέδρια και φόρουμ, όπου μιλούσε με πάθος για την ανάγκη άμεσης δράσης κατά της κλιματικής αλλαγής και της περιβαλλοντικής καταστροφής. Όμως πάντα θυμόταν το κοριτσάκι που κάποτε δεν έδινε σημασία στα σκουπίδια, και αυτή η μνήμη ήταν που την έκανε να συνεχίσει, να μην το βάλει κάτω.
Και τώρα, καθώς ετοιμάζεται να μιλήσει μπροστά στους ηγέτες του κόσμου στον ΟΗΕ, η Νεφέλη κουβαλάει όχι μόνο τις γνώσεις και την εμπειρία της, αλλά και την ελπίδα πως ο καθένας από εμάς, όσο μικρός κι αν είναι, μπορεί να κάνει τη διαφορά. Αυτό το ταξίδι από την αδιαφορία στην αγάπη για τον πλανήτη είναι το μήνυμα που θέλει να μοιραστεί με όλο τον κόσμο.
Σεβαστοί εκπρόσωποι των κρατών, αξιότιμοι προσκεκλημένοι, φίλοι και συμπολίτες αυτού του μοναδικού πλανήτη που όλοι μοιραζόμαστε.
Σήμερα, στέκομαι ενώπιόν σας με το βάρος μιας αλήθειας που κανένας δεν μπορεί να αγνοήσει πια. Μια αλήθεια που δεν αντέχει πια αναβολές, ούτε δικαιολογίες. Ο πλανήτης μας, αυτός ο υπέροχος, ζωντανός κόσμος αιμορραγεί. Και εμείς είμαστε η αιτία. Σκεφτείτε τις μεγάλες πλημμύρες που κατέστρεψαν πόλεις και χωριά τα τελευταία χρόνια. Σκεφτείτε το Μπαγκλαντές, όπου εκατομμύρια άνθρωποι αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους εξαιτίας της ανόδου της στάθμης της θάλασσας. Σκεφτείτε τις καταστροφικές πυρκαγιές στην Αυστραλία και στην Καλιφόρνια, που έκαψαν εκατομμύρια στρέμματα δάσους, καταστρέφοντας οικοσυστήματα και ζωές.
Στέκομαι ενώπιόν σας σήμερα με μια καρδιά βαριά από τις πληγές που έχουμε προκαλέσει στη Γη. Την ίδια Γη που μας έθρεψε, μας στήριξε και μας χάρισε την ίδια την ύπαρξή μας. Κι όμως, εμείς, οι άνθρωποι, τυφλωμένοι από την απληστία και την άγνοια, επιτρέψαμε στον εαυτό μας να μετατρέψει τον παράδεισο σε πεδίο μάχης. Οι ωκεανοί μας πνίγονται στα πλαστικά απορρίμματα, αυτά τα μικρά, αόρατα και ταυτόχρονα πανίσχυρα σωματίδια που καταστρέφουν το θαλάσσιο οικοσύστημα και γίνονται τροφή στα ψάρια που φτάνουν στο τραπέζι μας. Τα κοράλλια, αυτά τα πολύχρωμα θαύματα της φύσης, πεθαίνουν αργά κάτω από το βάρος της όξυνσης των ωκεανών, αφήνοντας πίσω τους νεκρές, γυμνές σκελετούς. Κι εμείς σιωπούμε. Η βιοποικιλότητα, η πλούσια υφαντουργία της ζωής που απλώνεται σε κάθε γωνιά του πλανήτη, εξαλείφεται με ρυθμούς πρωτοφανείς. Χάνονται είδη ζώων και φυτών που δεν πρόλαβαν ποτέ να γίνουν γνωστά ή να αποκαλύψουν τα μυστικά τους. Καταρρέουν οικοσυστήματα που διασφάλιζαν τη σταθερότητα του κλίματος και της τροφικής αλυσίδας.
Οι πλημμύρες και οι πυρκαγιές γίνονται πιο συχνές και πιο καταστροφικές. Η θερμοκρασία ανεβαίνει ανεξέλεγκτα, δεν είναι απλά νούμερα, είναι η ζωή μας που καίγεται, οι άνθρωποι που χάνονται, τα σπίτια που γκρεμίζονται. Και όμως, σε ορισμένες γωνιές του κόσμου, η φτώχεια και η αδικία την καθιστούν έναν ακόμη εχθρό, γιατί εκείνοι που πλήττονται περισσότερο δεν έχουν τη δύναμη να αντισταθούν. Αυτή είναι η κλιματική δικαιοσύνη: το να αναγνωρίσουμε πως οι πιο ευάλωτοι δεν δημιούργησαν το πρόβλημα, αλλά υποφέρουν περισσότερο. Είναι χρέος μας να τους προστατεύσουμε, να ακούσουμε τις φωνές τους, να ενώσουμε δυνάμεις μαζί τους.
Και πώς φτάσαμε εδώ; Πώς αφήσαμε την επιτυχία της τεχνολογίας, την ανάπτυξη και την πρόοδο να μετατραπούν σε εφιάλτη; Πώς η ίδια η γνώση που μας έδωσε τη δύναμη να αλλάξουμε τον κόσμο, έγινε όπλο αυτοκαταστροφής; Αλλά σήμερα, εδώ, μέσα από αυτή τη μαζική συγκέντρωση ανθρώπων με θέληση και μεράκι, κρύβεται η ελπίδα. Η ελπίδα ότι μπορούμε ακόμα να διορθώσουμε τα λάθη μας, να ξαναγυρίσουμε στις ρίζες μας και να αγαπήσουμε τη φύση όπως αγαπήσαμε κάποτε την παιδική μας αθωότητα. Δεν είναι εύκολος ο δρόμος, το ξέρω. Δεν είναι μια απλή υπόθεση να αλλάξουμε συνήθειες που διαμορφώθηκαν μέσα σε αιώνες. Όμως μπορούμε. Και πρέπει.
Με ενθουσιασμό βλέπω τις τεχνολογίες που αναπτύσσονται: από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που φέρνουν φως χωρίς να μαυρίζουν τον ουρανό, μέχρι καινοτόμες λύσεις για τη διαχείριση απορριμμάτων, την ανακύκλωση, και την προστασία των βιοτόπων. Αλλά καμία τεχνολογία δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς τη θέλησή μας, χωρίς την πολιτική βούληση και την παγκόσμια συνεργασία. Πρέπει να αφήσουμε πίσω το εφήμερο κέρδος και να επενδύσουμε στο μέλλον, στο παιδί που τώρα κοιτάει τον ουρανό και ονειρεύεται έναν καθαρό, όμορφο κόσμο. Στο παιδί που έχει το δικαίωμα να ζήσει σε έναν πλανήτη που ανασαίνει. Αυτή η ευθύνη βαραίνει κάθε έναν από εμάς, τους ηγέτες που κυβερνούν τον κόσμο, τους επιστήμονες, τους πολίτες. Και η αλλαγή ξεκινά από τα μικρά βήματα: από το να μειώσουμε τα πλαστικά μιας χρήσης, να προστατεύσουμε τα δάση που είναι οι πνεύμονες της Γης, να στηρίξουμε τις τοπικές κοινότητες που ζουν αρμονικά με τη φύση. Όταν η φύση μιλάει, εμείς πρέπει να ακούμε. Η φωνή της Γης είναι η φωνή της ζωής. Και αν την αγνοήσουμε, θα χάσουμε τα πάντα.
Γι’ αυτό σας καλώ σήμερα, να ενωθούμε σε μια παγκόσμια προσπάθεια που δεν γνωρίζει σύνορα και διαφορές. Να ενώσουμε τις γνώσεις, τα όνειρα, και τις δυνάμεις μας για να σώσουμε τον πλανήτη.
Ας γράψουμε μαζί την επόμενη σελίδα της ιστορίας της ανθρωπότητας, μια σελίδα γεμάτη σεβασμό, φροντίδα και ελπίδα. Η Γη μας ζητάει βοήθεια. Ας της απαντήσουμε με αγάπη, θάρρος και αποφασιστικότητα. Μαζί μπορούμε να γράψουμε μια νέα ιστορία για την ανθρωπότητα, μια ιστορία που θα τιμά το δώρο της ζωής και το θαύμα της φύσης. Ας γίνουμε όλοι φροντιστές αυτής της γης που μας φιλοξενεί, γιατί δεν έχουμε πλανήτη Β, δεν έχουμε δεύτερη ευκαιρία. Η αγάπη μας για τη ζωή και η φροντίδα μας για τον κόσμο που κληροδοτούμε είναι η δύναμη που μπορεί να αλλάξει το μέλλον. Ας δράσουμε τώρα, με καρδιά ανοιχτή και βλέμμα γεμάτο ελπίδα — για εμάς, για τα παιδιά μας, για κάθε μορφή ζωής που αξίζει να ζήσει.
Μπορώ να σας μιλήσω για την εμπειρία μου ως περιβαλλοντολόγος που ταξίδεψε από τις παγωμένες περιοχές της Αρκτικής, όπου οι πάγοι λιώνουν με ρυθμούς που τρομάζουν, μέχρι τα πυκνά τροπικά δάση του Αμαζονίου, όπου κάθε δέντρο που καίγεται σημαίνει λιγότερο καθαρό αέρα για όλη την ανθρωπότητα. Μπορώ να σας μιλήσω για την τεράστια προσπάθεια που γίνεται σε όλο τον κόσμο, από μικρές κοινότητες που φυτεύουν δέντρα, από επιστήμονες που αναπτύσσουν τεχνολογίες καθαρής ενέργειας, από νέους που βγαίνουν στους δρόμους για να φωνάξουν ότι δεν υπάρχει πλανήτης Β. Αλλά όλα αυτά δεν αρκούν, αν δεν δράσουμε συλλογικά. Χρειάζεται πολιτική βούληση, χρειάζεται ηγεσία με όραμα, χρειάζεται παγκόσμια συνεργασία πέρα από συμφέροντα και διαφορές. Πρέπει να υιοθετήσουμε δεσμεύσεις που δεν θα μένουν στα χαρτιά. Να στηρίξουμε και να χρηματοδοτήσουμε πρωτοβουλίες που προστατεύουν τη φύση και τον άνθρωπο. Να επενδύσουμε στην έρευνα και την καινοτομία για βιώσιμες λύσεις. Πρέπει να αλλάξουμε τον τρόπο που ζούμε, που καταναλώνουμε, που παράγουμε. Η μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δεν είναι πολυτέλεια, αλλά ανάγκη. Η βιώσιμη γεωργία και η προστασία των δασών είναι η ασπίδα μας απέναντι στην κλιματική κρίση. Δεν υπάρχει χρόνος για αναβολές. Η ώρα της δράσης είναι τώρα.
Σας καλώ λοιπόν, από το βάθος της καρδιάς μου, να ενώσουμε τις δυνάμεις μας. Να ξεπεράσουμε διαφορές και εμπόδια. Να ενώσουμε τις φωνές μας, να εμπνεύσουμε τους λαούς μας και να αφήσουμε στις επόμενες γενιές έναν πλανήτη ζωντανό, όμορφο και γεμάτο ελπίδα. Αλλά σήμερα, εδώ, μέσα από αυτή τη μαζική συγκέντρωση ανθρώπων με θέληση και μεράκι, κρύβεται η ελπίδα. Η ελπίδα ότι μπορούμε ακόμα να διορθώσουμε τα λάθη μας, να ξαναγυρίσουμε στις ρίζες μας και να αγαπήσουμε τη φύση όπως αγαπήσαμε κάποτε την παιδική μας αθωότητα. Δεν είναι εύκολος ο δρόμος, το ξέρω. Δεν είναι μια απλή υπόθεση να αλλάξουμε συνήθειες που διαμορφώθηκαν μέσα σε αιώνες. Όμως μπορούμε. Και πρέπει.
Ας γράψουμε μαζί την επόμενη σελίδα της ιστορίας της ανθρωπότητας — μια σελίδα γεμάτη σεβασμό, φροντίδα και ελπίδα.
Υπόσχομαι, από καρδιάς, ότι δεν θα σταματήσω να αγωνίζομαι για τον πλανήτη μας. Θα είμαι εδώ, δίπλα σας, μαζί σας, για να φυλάξουμε τα δάση, τις θάλασσες, τα ζώα, και τον αέρα που αναπνέουμε. Υπόσχομαι να εμπνέω κάθε μικρό και μεγάλο να νοιαστεί, να δράσει, να αγαπήσει τη φύση. Γιατί μόνο μαζί μπορούμε να χτίσουμε έναν κόσμο όπου η ζωή ανθίζει και οι επόμενες γενιές ζουν ελεύθερες και ευτυχισμένες.
Η Γη μας αξίζει αυτήν την ευκαιρία. Εμείς την αξίζουμε.
Σας ευχαριστώ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Η αίθουσα του ΟΗΕ άδειασε σταδιακά, οι ψίθυροι των συγκεντρωμένων άνθρωπων έσβηναν σαν το απαλό κύμα που σβήνει στη χρυσαφένια ακρογιαλιά. Η Νεφέλη έμεινε πίσω για λίγο, κοιτάζοντας ψηλά το ψηλοτάβανο ταβάνι που φάνταζε σαν ουρανός γεμάτος άστρα. Σαν να έψαχνε εκεί, πέρα από την απέραντη γυάλινη οροφή, μια υπόσχεση, ένα σημάδι ότι όσα είπε θα ανθίσουν και θα καρποφορήσουν. Βγήκε αργά από την τεράστια αίθουσα και βρήκε τον εαυτό της στο προαύλιο, κάτω από τον καθαρό ουρανό της Νέας Υόρκης. Μια ομάδα παιδιών περίμενε εκεί, διάφορων εθνικοτήτων, με μάτια γεμάτα περιέργεια και προσμονή. Έπαιζαν ανάμεσα σε νεαρά δέντρα που φύτεψαν πρόσφατα, μικρά φυτά που η Νεφέλη είχε βοηθήσει να φέρουν στη ζωή, σημάδια αναγέννησης μέσα στην καρδιά της πόλης. Τα παιδιά σταμάτησαν το παιχνίδι όταν την είδαν να πλησιάζει. Στάθηκαν όρθια, σιωπηλά, γιατί ένιωθαν πως κρατούσε κάτι πολύτιμο, ένα μυστικό που ήθελε να μοιραστεί μαζί τους.
«Ξέρετε» άρχισε με φωνή απαλή, σχεδόν ψιθυριστή «η Γη μας είναι σαν ένας παλιός, σοφός φίλος. Ένας φίλος που πάντα ήταν εδώ για μας, που μας χάρισε το νερό που πίνουμε, τον αέρα που αναπνέουμε, το χώμα που μας τρέφει. Όμως, τους τελευταίους αιώνες, εμείς της κάναμε πολλές πληγές…».
Έκανε μια παύση, κοιτώντας τα μικρά πρόσωπα που τη θαύμαζαν.
«Πληγές από πλαστικά που πνίγουν τα βάθη της θάλασσας. Πληγές από δάση που καίγονται, όπως εκείνα της Αμαζονίας και της Αυστραλίας. Πληγές από τον καπνό των εργοστασίων, που θολώνει τον αέρα και κάνει το σπίτι μας να ζεσταίνεται πιο πολύ από όσο πρέπει».
Τα μάτια των παιδιών έγιναν μεγαλύτερα και πιο σκεπτικά.
«Κι όμως, αυτό που με κάνει να ελπίζω, είναι πως η Γη έχει ακόμα την δύναμη να θεραπευτεί. Μπορεί να ανασάνει ξανά, αν όλοι εμείς, μικροί και μεγάλοι, τη βοηθήσουμε».
Η Νεφέλη έσκυψε κοντά στα παιδιά, σαν να μοιραζόταν ένα μυστικό.
«Εσείς είστε η νέα γενιά. Εσείς έχετε την ευκαιρία να αλλάξετε τα πράγματα. Να μάθετε να αγαπάτε τη φύση, να την προστατεύετε, να της δίνετε φροντίδα και σεβασμό. Γιατί κάθε δέντρο που φυτεύετε, κάθε πλαστικό που δεν πετάτε στη θάλασσα, κάθε φωνή σας που ζητά αλλαγή, είναι σαν μια μικρή βροχή που σβήνει την ξηρασία».
Έκανε ένα βήμα πίσω και άπλωσε τα χέρια της προς τον ουρανό.
«Ας ενωθούμε όλοι, χώρες, επιστήμονες, κοινότητες, και κυρίως εσείς, τα παιδιά, για να χτίσουμε έναν κόσμο όπου οι πληγές θα επουλωθούν, όπου οι μέρες μας θα γεμίζουν από τον καθαρό αέρα και το τραγούδι των πουλιών, όπου οι θάλασσες θα λάμπουν καθαρές και τα ζώα θα ζουν ελεύθερα. Μια Γη που θα ανθίζει ξανά, όχι μόνο για εμάς, αλλά για όλα τα πλάσματα που την κατοικούν».
Τα παιδιά άρχισαν να χαμογελούν και να ψιθυρίζουν μεταξύ τους, η σπίθα της ελπίδας άναψε μέσα τους πιο φωτεινή από ποτέ. Η Νεφέλη ήξερε πως ο δρόμος θα ήταν μακρύς και δύσκολος, αλλά αυτή τη φορά δεν ήταν μόνη. Ήταν μια φωνή ανάμεσα σε πολλές, μια καρδιά που χτυπούσε στον παλμό της ανθρωπότητας που ξύπναγε, με θάρρος, με αγάπη, με όραμα για έναν κόσμο καλύτερο. Και καθώς ο ήλιος έδυε πίσω από τους ουρανοξύστες της Νέας Υόρκης, ένα απαλό αεράκι φύσηξε μέσα στα φύλλα των νέων δέντρων, σαν μια υπόσχεση πως η ζωή πάντα βρίσκει τρόπο να νικήσει.