The Godfather: Πενήντα χρόνια κι όμως είναι νέος

0

Ηταν 15 Μαρτίου του 1972. Μισός αιώνας από σήμερα. Ηταν η πρώτη εμφάνιση, με κοινό, του «Godfather». Και ήταν μια παγωμένη μέρα στη Νέα Υόρκη. Μετά από τρεις ώρες και 22 λεπτά, ανυπόφορης και αντιεμπορικής διάρκειας για μια ταινία της «Paramount», η αίθουσα τραμπαλιζόταν μεταξύ αμηχανίας και θαυμασμού. Ο Αλμπερτ Ρούντι, ο παραγωγός αυτού του θρυλικού έπους αισθάνθηκε στριμωγμένος. Σχεδόν παγιδευμένος. Η εταιρεία στα όρια της πτώχευσης. Το κόστος είχε ξεπεράσει κάθε προηγούμενο. Ο Κόπολα ήταν «Red» (κομμουνιστής). Κατά τη γνώμη του φυσικά. Ο Μπράντο αδιόρθωτος και τα λόγια του ακατάληπτα. Και ο Αλ (ο Πατσίνο) σχολιαρόπαιδο. Εκείνη τη στιγμή ο Ρούντι βλαστημούσε την ώρα και τη στιγμή που όλες οι αντιστάσεις του είχαν καμφθεί. Και για τον Κόπολα. Και για τον Μάρλον Μπράντο. Και για τον Πατσίνο.
Σε διάστημα λιγότερο από ένα χρόνο αυτό το έπος, το απόλυτο και εμβληματικό έπος στην ιστορία των Gangsters Movies του Χόλιγουντ, βρέθηκε να αγκαλιάζει τρία Οσκαρ. Μόνο. Καλύτερης ταινίας, Α ανδρικού ρόλου και σεναρίου. Κάπως έτσι το επίχρυσο αγαλματίδιο βρέθηκε στην προσωπική συλλογή του Ρούντι. Ασε το καλύτερο. Ουρές ξεροστάλιαζαν για ένα εισιτήριο. Παντού και στην Ευρώπη και την Ασία. Απίστευτο. Τρία χρόνια αργότερα, με το δεύτερο μέρος, ο «Νονός» σαρώνει έξι Οσκαρ. Τα αφεντικά και οι μεγαλομέτοχοι της Paramount να ίπτανται στους εφτά ουρανούς. Ο Φράνσις Φορντ Κόπολα, που ήταν δεν ήταν 35 ετών, όπως ο Μίδας στην κορυφή της λίστας των καλύτερων σκηνοθετών, Ο Αλ Πατσίνο στην αφρόκρεμα των νέων πρωταγωνιστών και ο Ρόμπερτ Εβανς στα όρια της αυτοκτονίας.

Σκηνή 1: Τα παιδιά στην εξουσία

Ο Ρόμπερτ Εβανς, το αφεντικό του στούντιο, ο άνθρωπος που εξασφάλισε τα δικαιώματα του ομότιτλου μυθιστορήματος του Mario Puzzo (Πούτσο). Ο Ρόμπερτ Εβανς ήταν που πρότεινε το όνομα, το δυσάρεστο και απωθητικό όνομα Francis Ford Coppola. Κι όμως. Ενός κακού μύρια έπονται. Το κακό φέρει το όνομα Αλι ΜακΚρό. Εκπάγλου, εξωτικής ομορφιάς. Η πρωταγωνίστρια του «Love story». Ηταν η γυναίκα του. Ο μεγάλος έρωτάς του. Και ήταν η παρτενέρ του Στιβ ΜακΚουίν μιας περιπέτειας με τίτλο «Ηταν δύο φυγάδες» (Getaway). Μετά τα γυρίσματα η κούκλα αποφασίζει να μην επιστρέψει στη συζυγική κλίνη. Είχε παραδοθεί άνευ όρων στην αγκαλιά του Στιβ ΜακΚούιν. Ετσι ο απαρηγόρητος Ρόμπερτ Εβανς βρέθηκε από τη μια συναισθηματικά ταπεινωμένος και από την άλλη επαγγελματικά σχεδόν χρεοκοπημένος. Η δεκαετία του εβδομήντα η πιο εκρηκτική, απρόβλεπτη, ανθηρή, παραγωγική και ανανεωτική. Το Χόλιγουντ ποτέ δεν πεθαίνει, για λίγο ξαποσταίνει και μετά προς τη δόξα τραβά. Η δόξα, το χρήμα, τα σενάρια, οι ταινίες, τα παρασκήνια, τα καπρίτσια και οι επαναστατικές αλλαγές έφεραν ονόματα που οι «κουμπωμένοι» παραγωγοί τα θεωρούσαν ανατρεπτικά, διανοουμενίστικα και αιρετικά. Μακριά απ αυτά τα «καλόπαιδα»

Ο Φράνσις Φορντ Κόπολα ο «νονός», ο αρχηγός μιας παρέας «πιτσιρικάδων» όπου ανάμεσά τους οι πιο ανήσυχοι και ταλαντούχοι ήταν Σκορσέζε, Σπίλμπεργκ, Γουίλιαμ Φρίντκιν, Μπράιαν Ντε Πάλμα, Τζορτζ Λούκας. Ο τελευταίος μάλιστα εθεωρείτο η ορντινάντσα του Κόπολα. Ολοι αυτοί θα τα αλλάξουν όλα. Και τα άλλαξαν όλα. Τα παιδιά στην εξουσία.  Ο Κόπολα προετοιμασμένος και οπλισμένος όσο ουδείς άλλος της ίδιας παρέας. Δύο χρόνια πριν το «Godfather» είχε εξασφαλίσει Οσκαρ καλύτερου σεναρίου για τον «Πάτον». Μνημειώδης η ερμηνεία του Τζορτζ Σ. Σκοτ. Ο Εβανς λοιπόν προτείνει Κόπολα. Οι μεγαλομέτοχοι αντιδρούν, φωνασκούν, αντιδρούν. «Ποιος αυτός ο κομμουνιστής; Ποτέ των ποτών».

Σκηνή 2: Το καλύτερο cast όλων των εποχών

Ο Εβανς επιμένει. Κάποιοι πετάνε κάποια άλλα ονόματα στο τραπέζι. Ανάμεσά σ αυτούς τους υποψήφιους ο Αρθουρ Πεν του «Bonny and Clyde». Ακούστηκε ακόμα και το όνομα του Κώστα Γαβρά. Το αποτύπωμα από το «Z» ήταν νωπό. Ο Εβανς επιμένει. Και στη συνέχεια, χωρίς την έγκριση της πλειοψηφίας χτυπάει την πόρτα του Κόπολα. Εδώ τα καλύτερα. Ο Κόπολα όταν διάβασε το μυθιστόρημα του Πούτσο (ιταλικής καταγωγής αλλά εντελώς πολίτης της Αμερικής), απάντησε περίπου ως εξής: «μα αυτό το πράγμα είναι απωθητικό, εγώ αρνούμαι να σκηνοθετήσω μια ταινία για την μαφία». Μετά το ξανασκέφτηκε. Με τους όρους του. Να γράψει το σενάριο. Εστω με τη συμμετοχή του συγγραφέα. Και φυσικά εκείνος να έχει τον πρώτο λόγο για το cast. Αργότερα και σύμφωνα με τον Στάνλει Κιούμπρικ “το καλύτερο καστ που υπήρξε ποτέ σε ταινία”. Δεν είχε άδικο.
Τα ονόματα αιτία πολέμου. Ο Μάρλον Μπράντο ο απρόβλεπτος, ο ατίθασος, ο καπετάν φασαρίας, ο καταστροφέας. Όλα αυτά ως απόηχος μιας παλιότερης παραγωγής για την «Ανταρσία στο Μπάουντι» όπου ο Μάρλον, λάτρης των εξωτικών καλλονών, καθυστερούσε τα γυρίσματα επειδή δεν προλάβαινε να διαλέξει ποια απ όλα τα ημίγυμνα κορίτσια της παρέας του θα έπεφτε πρώτη στο κρεβάτι του. Μέσα σε μια καλύβα. Η εταιρεία στα όρια χρεοκοπίας.

Μέσα σ αυτή την εμπόλεμη συνθήκη ακούγεται το όνομα του Φρανκ Σινάτρα. Για το ρόλο του Βίτο Κορλεόνε. Ο Κόπολα το μαθαίνει, θυμώνει και στη συνέχεια εκδικείται. Τι έκανε; Μα φυσικά μερικές σκηνές όπου κάποιος τραγουδιστής, Ιταλικής καταγωγής, ένα από τα βαφτιστήρια του Godfather, εκλιπαρεί τον αρχιμαφιόζο να κάνει κάτι ώστε να κάμψει τις αντιρρήσεις ενός παραγωγού που δεν τον θέλει για πρωταγωνιστή.  Ο νονός στέλνει τον προσωπικό του σύμβουλο, τον Τομ Χέιγκεν, όμως ο παραγωγός αρνείται κάθε συζήτηση. Λάθος του. Το επόμενο πρωινό, μόλις ξυπνάει πέφτει πάνω στο κομμένο κεφάλι του αγαπημένου του αλόγου, να είναι σωριασμένο στο ίδιο κρεβάτι. Κάπως έτσι, λέγεται ότι ο Φρανκ Σινάτρα είχε εξασφαλίσει πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια αντιπολεμική ταινία. Αλλωστε γνωστή η σχέση του Φράνκι με τη μαφία.

Σκηνή 3: Ερωτας Φρέντο με την Μέριλ Στριπ

Το όνομα του Αλ Πατσίνο επίσης σημείο πολεμικής ανάφλεξης. Στο τραπέζι έπεσε το όνομα του Τζακ Νίκολσον. «Βασικά είχαν απορρίψει σχεδόν όλο το καστ», θυμάται ο Αλ Πατσίνο. «Είχαν απορρίψει τον Μπράντο, τον Τζίμι Κάαν και τον Μπομπ Ντιβάλ. Υπήρχε σύγκρουση»

Ο Ρόμπερτ Ντιβάλ και ο Τζέιμς Κάαν, από τους αγαπημένους ηθοποιούς του Κόπολα. Ο Ντιβάλ είναι ο Τομ Χέιγκεν, δικηγόρος και εξ απορρήτων σύμβουλος του Βίτο Κορλεόνε. Ενας Ιρλανδός ανάμεσα σε μια ιταλική φαμίλια που κυριαρχούσε στους κύκλους της Μαφίας. Ο Τζέιμς Κάαν είναι ο πρωτότοκος, ο θερμόαιμος, ο παρορμητικός γιος του Βίτο Κορλεόνε. Ο Αλ Πατσίνο δηλαδή ο ο Μάικλ Κορλεόνε ο κολλεγιόπαις, ο μορφωμένος, η εξέλιξη του είδους των Ιταλών μεταναστών. Προορισμένος για το Κογκρέσο. Και ο Τζον Καζάλ, η Καζάλε, είναι ο Φρέντο, ο επιπόλαιος, ο γλεντζές, το παιδί των δημοσίων σχέσεων, ο προδότης. Εκείνη την εποχή ο Τζον Καζάλ ήταν ερωτευμένος με την Μέριλ Στριπ. Ερωτας φλογερός και ολοκληρωτικός. Ενας έρωτας που κατέληξε σε τραγωδία. Ο Καζάλ πεθαίνει από καρκίνο σε ηλικία μόλις 42 ετών. Όμως απούσα η Μέριλ Στριπ από το νεκροκρέβατο του αγαπημένου της. Λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων. Μια πληγή που ακόμα μέσα της να επουλωθεί

Για να αντιληφθείτε το μέγεθος της Υποκριτικής του Τζον Καζάλ, αρκεί να διαβάσετε τον θαυμασμό που τρέφει γι αυτόν ο Αλ Πατσίνο: «Ήταν ενας από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς της εποχής μας και κάθε εποχής. έμαθα τόσα πολλά από αυτόν. Είχα παίξει σε αρκετές θεατρικές παραστάσεις και σε τρεις ταινίες μαζί του (Ο Νονός, ο Ελαφοκυνηγός, Σκυλίσια μέρα). Σε ενέπνεε τόσο πολύ. Και δεν έλαβε την αναγνώριση που του άξιζε για τίποτα από αυτά. Συμμετείχε σε πέντε ταινίες- όλες προτάθηκαν για Όσκαρ- και ήταν υπέροχος σε όλες. Ήταν τρομερά καλός στον «Νονό 2» και δεν νομίζω ότι έλαβε καμία αναγνώριση γι’ αυτό»

Σκηνή 4: τα μπαμπάκια στα μάγουλα του Μάρλον Μπράντο

Τελικά οι παραγωγοί υποχωρούν. Και ο Μάρλον, το θηρίο, τότε 48 ετών, καταφθάνει στο σετ με τις δικές του απαιτήσεις. Δική του η έμπνευση με τα μπαμπάκια να φουσκώνουν τα μάγουλά του και να μετατρέπουν σε «στραγάλια» την προφορά του. Ο Κόπολα αντιδρά. Η μάχη τώρα μεταφέρεται από τα γραφεία στα γυρίσματα. Το θερμόμετρο ανεβαίνει, ο Μπράντο με τα μπαγκάζια του έτοιμος να την κάνει, ο Κόπολα να βρίζει και ο πρωταγωνιστής του με πολλά γαλλικά να τον στολίζει. Σκηνές από χαμαιτυπείο. Το συνεργείο να ξεροσταλιάζει. Οι Executives να μετράνε άχρηστες ώρες και πεταμένα δολάρια. Ο Κόπολα να επιμένει. Ο Μπράντο με το ένα πόδι στην εξώπορτα να φεύγει. Τελικά τα βρίσκουν. Ναι στα μπαμπάκια. Ναι στον «οδοντίατρο». Ναι σε όλα. Κάπως έτσι ο Μπράντο εξασφαλίζει ένα Οσκαρ
Στην τελετή του 1973, ο Αλ Πατσίνο είχε προταθεί για το Όσκαρ Β’ Αντρικού Ρόλου. Φυσικά για την ερμηνεία του στον Νονό. Ωστόσο άφαντος στην τελετή. Τελικά το Όσκαρ το κέρδισε ο Τζόελ Γκρέι για το «Καμπαρέ».
Γιατί δεν πήγε; Μα φυσικά για να διαμαρτυρηθεί. Επειδή είχε προταθεί για το Όσκαρ δεύτερου και όχι πρώτου αντρικού ρόλου. Το οποίο κέρδισε τελικά ο Μάρλον Μπράντο. Και ο Μπράντο δεν καταδέχτηκε να παραβρεθεί. Μάλιστα έδειξε επιδεικτικά την περιφρόνησή του. Αντ αυτού στη σκηνή ανέβηκε η Ινδιάνα Sacheen Littlefeather λέγοντας ότι ο Μπράντο αρνείται το Όσκαρ ως ένδειξη διαμαρτυρίας για την μεταχείριση των Λευκών απέναντι στους Ινδιάνους! Γνωστή ιστορία. Ο Μπράντο, εκτός από εξωτικές καλλονές, λάτρευε και Ινδιάνες. Αχόρταγος και ασταμάτητος. Σε όλα. Σύμφωνα με τον μύθο λοιπόν , ο Αλ Πατσίνο δεν πήγε επειδή πίστευε ότι έπαιζε περισσότερη ώρα από τον Μπράντο και έτσι άξιζε σε αυτόν το Οσκαρ πρώτου Ανδρικού ρόλου. Ο Αλ Πατσίνο το διαψεύδει. Τότε γιατί δεν παραβρέθηκε; Αγνωστο. Κάποιοι λένε ότι είχε καβαλήσει καλάμι. Η συνέχεια της καριέρας του τον δικαιώνει.

Σκηνή 5: Ο Φράνσις κλαίει σαν μωρό

Σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις του, στους «New York Times» ο Αλ Πατσίνο είχε μιλήσει για τη σχέση του με τον Κόπολα: «Για να δώσω λίγο το πλαίσιο της ιστορίας, ο Φράνσις είχε την εταιρεία παραγωγής Zoetrope και στην ίδια παρέα ήταν ο Στίβεν Σπίλμπεργκ, ο Μάρτιν Σκορσέζε και ο Μπράιαν ντε Πάλμα. Θυμάμαι ότι είχα δει κάποιους από αυτούς και ο Φράνσις μου ζήτησε να πάω στο Σαν Φρανσίσκο. Με είχε δει στη σκηνή το 1969 σε μια παράσταση στο Μπρόντγουεϊ, αλλά δεν είχαμε γνωριστεί. Εκείνη την εποχή είχε γράψει το «Patton» και μου έστειλε ένα σενάριο για μια υπέροχη ιστορία αγάπης που είχε γράψει η οποία δεν γυρίστηκε ποτέ. Ήθελε να με δει. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να μπω σε ένα αεροπλάνο και να πάω στο Σαν Φρανσίσκο κάτι που δεν συνήθιζα. Σκεφτόμουν ύπάρχει άλλος τρόπος να γίνει; Δεν μπορώ να πω στον άνθρωπο να έρθει σε εμένα, σωστά; Οπότε είπα ότι θα κάνω την καρδιά μου πέτρα και θα πάω. Πέρασα πέντε μέρες μαζί του. Ήταν πραγματικά ξεχωριστή εκείνη η ταινία, αλλά βέβαια μας απέρριψαν. Ήμουν ένας άγνωστος ηθοποιός και εκείνος είχε κάνει μερικά μόνο φιλμ, το «You’re a Big Boy Now» και το «The Rain People». Έτσι, γύρισα σπίτι μου και δεν άκουσα ξανά νέα του».

Η συνέχεια της ίδια συνέντευξης είναι αποκαλυπτική: «Θυμάστε τη σκηνή της κηδείας για τον Μάρλον, όταν τον κατεβάζουν στο χώμα; Είχε τελειώσει το γύρισμα για εκείνη την ημέρα, ο ήλιος έδυε. Εγώ ήμουν χαρούμενος γιατί θα πήγαινα σπίτι να πιώ μερικά ποτά. Επιστρέφοντας σκεφτόμουν ότι ήμουν αρκετά καλός εκείνη την ημέρα. Δεν είχα ατάκες να πω, καμία υποχρέωση, ήταν όλα καλά. Κάθε μέρα χωρίς ατάκες ήταν καλή μέρα. Οπότε στο δρόμο βλέπω καθισμένο σε μια ταφόπλακα, τον Φράνσις Φορντ Κόπολα να κλαίει σαν μωρό. Να κλαίει με λυγμούς. Πηγαίνω κοντά του και τον ρωτάω «Φράνσις, τι συμβαίνει;» Κι εκείνος απαντά «Δεν θα μου επιτρέψουν να κάνω άλλη λήψη». Εννοώντας ότι δεν θα τον αφήσουν να τραβήξει άλλο στήσιμο της σκηνής. Και τότε σκέφτηκα: Αλ είσαι σε καλά χέρια , σε καλή ταινία. Με τέτοιο και τόσο πάθος πως να μη γίνει μια καλή ταινία;»

Μερικές, ακόμα, λεπτομέρειες είναι ιστορικες. Ας πούμε ο Νίνο Ρότα, που στον πρώτο «Νονό» δεν είχε προταθεί για το Όσκαρ, επειδή η ίδια μουσική είχε χρησιμοποιηθεί στην κωμωδία του Εντουάρντο Ντε Φίλιππο “Fortunella” του 1958, σε σενάριο Φελίνι και με πρωταγωνιστές την Τζουλιέτα Μασίνα και Αλμπέρτο Σόρντι!

Σκηνή 6: Τα γυρίσματα δεν έγιναν στο χωριό του Κορλεόνε

Ακόμα, το χωριό Κορλεόνε, στο οποίο κρύβεται ο Μάικλ Κορλεόνε. Το χωριό υπάρχει αλλά τα γυρίσματα δεν έγιναν εκεί. Ο λόγος ήταν γιατί το συγκεκριμένο χωριό είχε πιο σύγχρονα και πιο πολλά κτίρια από εκείνα που ήθελε στην ταινία του ο σκηνοθέτης, μιας και αυτή αναφέρεται στην περίοδο 1940-50. Ετσι επιλέχθηκε για τα γυρίσματα ένα μικρό ορεινό χωριουδάκι, μερικά χιλιόμετρα έξω από την Ταορμίνα της Σικελίας. Η γραφική Σαβόκα ήταν αυτή που φιλοξένησε το καστ του Νονού, με το Bar Vitelli να παραμένει απαράλλαχτο στο ίδιο ακριβώς σημείο, ανοιχτό μέχρι και σήμερα. Μάλιστα, το σημείο και το τραπέζι όπου καθόταν ο Μάικλ Κορλεόνε έχει γίνει πλέον το αγαπημένο σποτ των τουριστών για φωτογραφίες με μαφιόζικο αέρα!

Η δεκαετία του εβδομήντα φέρει χρυσή σφραγίδα Φράνσις Φορντ Κόπολα. Εκτός από τους δύο «Νονούς», το δεύτερο μέρος ακόμα καλύτερο, σκηνοθετεί το απόλυτο θρίλερ «Η συνομιλία» και το αριστούργημα για τον πόλεμο στο Βιετνάμ «Αποκάλυψη τώρα». Θρυλικές οι σκηνές μαχών ανάμεσα στον σκηνοθέτη και τον Μάρλον Μπράντο. Επρεπε να είχε χάσει κάμποσα κιλά αλλά εκείνος προσήλθε με περισσότερα. Πάλι ο Μπράντο κατάφερε να κάμψει τις αντιρρήσεις του Κόπολα. Και πάλι έκανε το δικό του. Η ταινία βρέθηκε στο φεστιβάλ των Καννών με τον όρο να φύγει με Χρυσό Φοίνικα. Όμως η Φρανσουά Σαγκάν, πρόεδρος της επιτροπής, διαφώνησε και τότε το αφεντικό του φεστιβάλ την πήρε τηλέφωνο και της έκοψε το βήχα: «γλυκιά μου» της είπε «αν δεν δώσεις τον Φοίνικα στον Κόπολα θα αναγκαστείς να πληρώσεις από το πορτοφόλι σου τον λογαριασμό του τηλεφώνου». Ετσι το πήρε
Πολλά τα πλεονεκτήματα του «Godfather» που ακόμα θεωρείται και σε όλες τις ψηφοφορίες αναδεικνύεται στις πρώτες θέσεις των Best Films ever μαζί με τον «Πολίτη Κέιν» του Ορσον Γουέλς και τον « Δεσμώτη του ιλίγγου» του Αλφρεντ Χίτσκοκ

Σκηνή 7: Francis and the Godfater

Το σενάριο έτσι γραμμένο ώστε να τονίζει την κόκκινη γραμμή της εξουσίας. Το χρήμα, το άφθονο χρήμα, κολυμπάει σε ωκεανούς αίματος. Η Μαφία όχι μόνο Ιταλική αλλά κάθε γεωγραφικής προέλευσης. Όμως ο Εβραίος με το όνομα Χάιμαν Ροθ, επίσης αρχιμαφιόζος και κουμανταδόρος στα καζίνο και τα πορνεία της Αβάνας. Στην ταινία τον υποδύεται ο Λι Στράσμπεργκ, ο εγκέφαλος του Actor’ s Studio, όπου όλοι οι πρωτοκλασάτοι πέρασαν, σπούδασαν και μεγαλούργησαν. Φυσικά ο Μπράντο, ο Αλ Πατσίνο, ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο ( ο νεαρός μετανάστης Βίτο Κορλεόνε). Υποστηρίγματα και υποστυλώματα της Μαφίας, αρκετοί πολιτικοί και φυσικά ένστολοι της Αστυνομίας. Για παράδειγμα ο Στέρλινγκ Χέιντεν που υποδύεται τον διεφθαρμένο αστυνομικό, αυτόν που δολοφονεί εν ψυχρώ ο Μάικλ Κορλεόνε, υπήρξε ένα από τα θύματα των Μακαρθικών διώξεων. Και για παράδειγμα ο Ντιν Ταβουλάρης, που τιμήθηκε με Οσκαρ καλλιτεχνικής διεύθυνσης (ντεκόρ) είναι ελληνικής καταγωγής. Ο Ταβουλάρης σχεδόν μόνιμος συνεργάτης του Κόπολα

Και τώρα; Μετά από μισό αιώνα «Godfather» δύο πράγματα ετοιμάζονται από το Χόλιγουντ. Το πρώτο μια μίνι σειρά με τίτλο «The Offer» για τα παρασκήνια του θρυλικού έπους. Και επίσης, ο σκηνοθέτης, βραβευμένος με Όσκαρ, για τον “Άνθρωπο της Βροχής”, Μπάρι Λέβινσον, ετοιμάζει το παρόμοιας θεματικής “Francis and the Godfather” με πρωταγωνιστές του Τζέικ Τζίλενχααλ και Όσκαρ Άιζακ. Φυσικά για τη σχέση του Φράνσις Κόπολα με τον Godfather.
Με απλά λόγια οι άνθρωποι είναι θνητοί και «φεύγουν». Οι θρύλοι είναι διαχρονικοί και μένουν. Πενήντα χρόνια μετά κι όμως καμία άλλη ταινία με το ίδιο περιεχόμενο δεν πιάνει μία μπροστά σ αυτόν τον υπέρτατο, τον ακατάβλητο και τον αριστουργηματικό «Νονό». Godfather για πάντα!

https://www.protothema.gr

Share.

Comments are closed.